Κυριακή 23 Ιουνίου 2019

Οί λογισμοί καί ή αντιμετώπισή τους



Εικόνα: "Η δοκιμασία τού Αγίου Αντωνίου" 1946. Σουρεαλιστικός πίνακας τού Σαλβαντόρ Νταλί.

Ανάμεσα στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος που προσεύχεται, είναι και το πρόβλημα των λογισμών. Το βιβλιαράκι αυτό δεν αποτελεί μία εμπεριστατωμένη μελέτη στο σοβαρό αυτό θέμα των λογισμών είναι μία ομιλία που έχει γίνει πριν από αρκετό καιρό. Εδώ παρουσιάζεται αρκετά βελτιωμένη χωρίς να έχει χάσει την αρχική της μορφή ως ομιλίας. Και επειδή πολλοί είναι αυτοί που παλεύουν με τους αισχρούς λογισμούς και περισσότεροι αυτοί που "τα χάνουν", καταβάλλεται μία προσπάθεια να καταλάβει ο χριστιανός που αγωνίζεται τι είναι οι λογισμοί, από που προέρχονται, ποια τα αποτελέσματα τους και πώς αντιμετωπίζονται. Αν από την μικρή αυτή εργασία κάποιος οφεληθεί, ας προσεύχεται για εκείνους που κοπίασαν. Β. Ι.


1. Ο σκληρός πόλεμος

    Πολλές φορές έχει λεχθεί ότι η προσευχή γι' αυτόν που προσεύχεται είναι μία πράξις δυναμική, ωφέλιμη και θεάρεστη. Το πραγματικό αυτό γεγονός ερεθίζει τον διάβολο και τον κάνει να αντιμάχεται τον προσευχόμενο.

    Έτσι ο πιστός επιθυμώντας την ένωση του με τον Θεό, συναντά δαιμονικά εμπόδια οργανωμένα σε σύστημα και με φοβερά προγραμματισμένη επίθεση. Εξ αίτιας αυτής της προγραμματισμένης επιθέσεως ή προσευχή γίνεται μία κοπιαστική πράξις και προξενεί κόπο μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη εργασία. Γι' αυτό και τονίζει κάποιος από τους πατέρες της ερήμου: "Ουκ εστίν έτερος κάματος ως το εύξασθαι τω Θεώ. Tο εύξασθαι έως εσχάτης αναπνοής αγώνος χρήζει" δηλαδή, δεν υπάρχει μεγαλύτερος κόπος από το να προσεύχεται κάποιος στον Θεό. Το να προσεύχεται κάποιος μέχρι την τελευταία του αναπνοή, χρειάζεται αγώνα.

    Δεν είναι μόνον η προσευχή που κουράζει. Είναι κυρίως ο σκληρός και αδυσώπητος πόλεμος των δαιμόνων που την κάνει περισσότερο κοπιαστική.

Το μίσος, λοιπόν, των δαιμόνων εναντίον εκείνων που προσεύχονται είναι δεδομένο. Υπάρχει πόλεμος των πονηρών δαιμόνων εναντίον τους σε δύο μορφές: στην ορατή και στην αόρατη, για αρχαρίους και τελείους. Στους αρχαρίους πολλές φορές χρησιμοποιεί και τον ορατό πόλεμο. Χρησιμοποιεί ήχο, αντικείμενα, προξενεί θορύβους για να μπόρεση να τους απόσπαση από την προσευχή. Αρχαρίους, όμως, και τελείους, πολεμά κυρίως με τους λογισμούς.

    Έναν σκληρό, λοιπόν, αγώνα έχει αναλάβει οποίος έχει αρχίσει τον αγώνα εναντίον των λογισμών. Διότι οι λογισμοί είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στον άνθρωπο για την πνευματική του κατάρτιση και τελείωση. Και η τελείωσις αυτή δεν επιτυγχάνεται αλλιώς, παρά μόνον με την συνεχή επίκληση του ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Και μάλιστα τόσο συχνή πρέπει να είναι ώστε, όπως τονίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, "προτιμότερο είναι να μνημονεύει κανείς τον Θεό, παρά να αναπνέει".

    Υπάρχει, όμως, ο εσωτερικός αυτός πόλεμος. Κανένας πόλεμος δεν είναι τόσο άγριος, όσο ένας παράλογος λογισμός, που φωλιάζει στην ψυχή μας. Όλα, όσα προέρχονται από μέσα μας, είναι βαρύτερα από εκείνα που μας προσβάλλουν από έξω. Το σκουλήκι, που γεννιέται μέσα στο ξύλο, τρώει περισσότερο την ψύχα του ξύλου. Οι αρρώστιες, που γεννιώνται από μέσα μας, είναι ύπουλες και προξενούν μεγαλύτερη καταστροφή από αυτήν που προκαλούν τα εξωτερικά αίτια. Και τα κράτη δεν τα διέλυσαν τόσο οι εξωτερικοί εχθροί, όσο οι εσωτερικοί.

    Έτσι, λοιπόν, και την ψυχή δεν μπορούν να την καταστρέψουν τόσο τα μηχανήματα που έρχονται από έξω, όσο τα νοσήματα που φυτρώνουν μέσα μας, δηλαδή, οι αισχροί και οι βλάσφημοι λογισμοί.

2. Οι λογισμοί και η προέλευσή τους

    Τι είναι οι λογισμοί και από που προέρχονται; Όταν λέμε λογισμούς, δεν εννοούμε απλώς τις σκέψεις, αλλά τις εικόνες και τις παραστάσεις κάτω από τις όποιες υπάρχουν κάθε φορά και οι κατάλληλες σκέψεις. Οι εικόνες, λοιπόν, μαζί με τις σκέψεις λέγονται λογισμοί.

    Πρώτη και κύρια αιτία των λογισμών στον άνθρωπο είναι το προπατορικό αμάρτημα. Μέχρι τότε ο νους του ανθρώπου ήταν "ενοειδής", δηλαδή, δεν διεσπάτο σε άλλα πράγματα εκτός από τον Θεό. Από τη στιγμή του προπατορικού αμαρτήματος άρχισε να δουλεύη ο λογισμός της αμφισβητήσεως και στη συνέχεια όλοι οι άλλοι λογισμοί.

    Δεύτερη αιτία που που προκαλεί τους λογισμούς στον άνθρωπο είναι τα αισθητήρια όργανα, όταν αυτά δεν κυβερνούνται από τον ηγεμόνα νου. Ιδιαίτερα η ακοή και η όραση. Σήμερα, μάλιστα, λόγω της τεχνολογίας οι αισθήσεις δέχονται πολύ περισσότερα ερεθίσματα από ό,τι παλαιότερα. Γι' αυτό και ο αγώνας με τους λογισμούς είναι πιο έντονος.

    Τρίτη αιτία είναι τα πάθη τα οποία υπάρχουν στον άνθρωπο. Από αυτά οι δαίμονες "λαμβάνουσι τας αφορμάς του κινείν εν ημίν τους εμπαθείς λογισμούς". Δηλαδή, από αυτά παίρνουν αφορμή οι δαίμονες, για να κινήσουν εναντίον μας τους κακούς λογισμούς.

    Τέταρτη και βασικότερη αιτία είναι οι δαίμονες. Τονίζει χαρακτηριστικά ο άγ. Γρηγόριος ο Σιναΐτης: "Οι λογισμοί λόγοι των δαιμόνων εισί και των παθών πρόδρομοι"· δηλαδή, οι λογισμοί είναι λόγια των δαιμόνων και πρόδρομοι των παθών.

    Ακόμη, τονίζει ο άγ. Ισαάκ ο Σύρος, λογισμούς δημιουργεί και "το φυσικόν θέλημα" που υπάρχει μέσα μας, αλλά και οι κλίσεις, οι ροπές που έχει ή ψυχή μας.

    Ιδιαίτερα ο πόλεμος αυτός είναι έντονος στους μοναχούς, οι όποιοι πολλές φορές, έρχονται με τον δαίμονα σε πάλη σώμα προς σώμα κατά την έφοδο των πονηρών λογισμών. Γι' αυτό και τονίζει ο άγ. Μάξιμος ο Ομολογητής, ότι ο πόλεμος αυτός είναι πολύ πιο δύσκολος από τον αισθητό πόλεμο "του δια των πραγμάτων πολέμου εστί χαλεπώτερος".

    Ακόμη πονηροί λογισμοί μπορεί να παρουσιασθούν και από την κράση του σώματος, αλλά και από την καθημερινή δίαιτα, καθώς και από τις κινήσεις της ίδιας της σάρκας.

    Από τις παραπάνω αιτίες προέρχονται οι αισχροί λογισμοί.

3. Πορεία προς τη χώρα της αμαρτίας

    Η αμαρτία εξωτερικά μπορεί να φαίνεται ένα απλό γεγονός, όπως και ένα τροχαίο ατύχημα ή κάποιο άλλο γεγονός. Για την διαπράξει, όμως, του γεγονότος αυτού έχουν προηγηθεί αλλεπάλληλες διεργασίας. Για να γίνει ένας φόνος π.χ. έχουν προηγηθεί στον ανθρώπινο νου χιλιάδες σκέψεις και σχέδια. Ό ανθρώπινος νους μέχρι να φθάσει στην διάπραξη του φόνου είχε γίνει ολόκληρο στρατηγείο.

    Έτσι συμβαίνει και με την διάπραξη της οποιασδήποτε αμαρτίας. Στο εργαστήρι που λέγεται ανθρώπινος νους, έχει προηγηθεί ολόκληρη μελέτη και επιχείρηση, χωρίς μάλιστα να το αντιληφθεί κανένας!

    Και η αρχή ξεκίνησε με έναν απλό λογισμό...

    Ας προχωρήσουμε, όμως, στον δρόμο για τη χώρα της αμαρτίας μετά την προσβολή ενός απλού λογισμού.

    Το να πέραση απλώς από το νου μας μία απλή σκέψις ή μία εικόνα δεν ευθυνόμαστε γι' αυτό, ούτε και είναι δύσκολο να την αντιμετωπίσουμε. Από τη στιγμή, όμως, που θα ανοίξουμε την πόρτα στη σκέψη αυτή και αρχίσουμε να συζητούμε, να σκεπτόμαστε το λογισμό αυτό, τότε ο λογισμός παίρνει μέρος μέσα μας και γίνεται ένας κυρίαρχος λογισμός.

    Ό λογισμός είναι κυρίως η πορεία προς την αμαρτία.

    Ας παρακολουθήσουμε για λίγο αυτήν την πορεία, που είναι για μας ό,τι η πορεία και η εξέλιξις της νόσου στο ανθρώπινο σώμα. Και όπως, για να φθάσει κάποιος στο νοσοκομείο, όπως αναφέραμε παραπάνω, έχουν προηγηθεί διάφορες άλλες μεταβολές στον ανθρώπινο οργανισμό, έτσι και για να φθάσει κάποιος στην διαπράξει της αμαρτίας, προηγήθηκε ένας μεγάλος πόλεμος, ένα πλήθος από μεταβολές στο εργαστήρι αυτό, που λέγεται ανθρώπινος νους. Και όπως για τον τοκετό ενός παιδιού έχει προηγηθεί ολόκληρη διεργασία, από την σύλληψη μέχρι την πολύμηνη κυοφορία, έτσι και για την αμαρτία προηγείται ένας πολύπλοκος μηχανισμός: η σύλληψις των λογισμών, η κυοφορία της αμαρτίας και ο τοκετός της.

    Ο άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης θεωρεί ότι ο λογισμός είναι η αρχή, το κέντρο, η ρίζα από όπου αναφύονται ο κορμός, τα κλαδιά και ολόκληρο το δένδρο της αμαρτίας.

    Το κακό αρχίζει από τον πρώτο λογισμό και στη συνέχεια επιτείνεται. Όταν κάποιος ρίξει μία πέτρα μέσα στο πηγάδι, ο κυματισμός από την πτώση της δημιουργεί στην αρχή ένα μικρό κύκλο, ο μικρός κύκλος στη συνέχεια δημιουργεί άλλον μεγαλύτερο, εκείνος μεγαλύτερο, μέχρι που το κύμα φθάσει στα τοιχώματα. Έτσι γίνεται και με την αμαρτία. Πριν από την εκτέλεσή της προηγούνται αλλεπάλληλοι μηχανισμοί και διεργασίες, που ο ένας ακολουθεί τον άλλον.

4. Τα στάδια της αμαρτίας

   Έτσι μπορούμε να διακρίνουμε τρία στάδια για την πορεία προς τη χώρα της αμαρτίας:

α) την προσβολή,

β) τη συγκατάθεση και

γ) την αιχμαλωσία.

    Πώς λειτουργεί ο μηχανισμός αυτός; Λειτουργεί ως εξής: Κάποιος πονηρός λογισμός (κενοδοξίας, φιλαργυρίας, κατακρίσεως, κ.λ.π.) εισέρχεται στο νου του ανθρώπου. Ό πειρασμός εργάζεται με την φαντασία. Παρουσιάζει την υπόθεση όσο πιο ελκυστική μπορεί. Έτσι η προσβολή γίνεται πιο ελκυστική και δυνατή.

Μέχρι το σημείο αυτό ο άνθρωπος είναι ανεύθυνος. Είναι το πρώτο στάδιο, μία προσβολή, μία επίθεσις του εχθρού ή πιο απλά το κτύπημα της πόρτας. Η κατάστασις είναι φυσιολογική. Είναι αδύνατον να ύπαρξη άνθρωπος, που να μην δεχθεί την προσβολή. Ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος έλεγε ότι όπως μέσα στον κήπο κατά φυσιολογικό τρόπο φυτρώνει μαζί με τα φυτά και η αγριάδα ή όπως τα νησιά κτυπιούνται γύρω - γύρω από τα κύματα, έτσι και ο άνθρωπος οπωσδήποτε θα έλθει σε επαφή με τις προσβολές των λογισμών.

    Το εφάμαρτο στάδιο αρχίζει από εδώ και πέρα. Αρχή του αγώνος είναι η προσβολή. Αν ο άνθρωπος την απομακρύνει από το νου του χωρίς καθόλου να την περιεργασθεί, τότε σώζεται και απαλλάσσεται από τις άθλιες συνέπειες που ακολουθούν. Αν, όμως, δεχθεί τη συζήτησι με τον πονηρό λογισμό, ανοίγει την πόρτα στον πονηρό λογισμό που προηγουμένως απλώς του χτύπησε την πόρτα, δημιουργεί τη φιλία και τότε πια φθάνει στη συγκατάθεση για την αμαρτία, που είναι το δεύτερο στάδιο για την εκτέλεση της αμαρτίας.

    Ο άνθρωπος τώρα με πρωταγωνιστή τον εαυτό του, στα άδυτα της ψυχής του επιτελεί την αμαρτία: κατακρίνει, βλασφημεί, πορνεύει, μοιχεύει, διαπράττει φόνους και αμέτρητα εγκλήματα και κάνει οτιδήποτε μπορεί να φαντασθεί o ανθρώπινος νους.

    Δεν μένει τίποτε άλλο κατόπιν, παρά το τρίτο στάδιο της αμαρτίας, που είναι η ενεργός διάπραξή της από τον άνθρωπο, που προηγουμένως ο νους του έγινε αιχμάλωτος του λογισμού και δεν τον ορίζει πλέον, αλλά ορίζεται.

     Έτσι ο λογισμός, που ξεκίνησε με ένα απλό κτύπημα της πόρτας, την προσβολή, προχώρησε στο άνοιγμα της πόρτας, τη συγκατάθεση, τελικά δεν μπόρεσε να νικήσει και κατέληξε στην διαπράξει της αμαρτίας.

    Αυτή είναι η πορεία προς την αμαρτία, που αρχίζει με έναν απλό λογισμό.

5. Τα πάθη πηγή τον πονηρών λογισμών

   Μέχρι να πεθάνει ο άνθρωπος και όσο ή ψυχή του βρίσκεται στο σώμα αυτό, είναι αδύνατο να μην έχει λογισμούς και πόλεμο.

Βασική αιτία των λογισμών είναι ο πόλεμος του διαβόλου. Οι πιο πολλοί λογισμοί είναι διαβολικοί. Ο σκοπός του διαβόλου είναι να ρίξει τον άνθρωπο στην αμαρτία, είτε με τη σκέψη, είτε με την πράξη. Ό άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος ονομάζει πνευματική μοιχεία τη συγκατάθεση στους πονηρούς λογισμούς. Γι' αυτό και λέγει: "Φυλάττειν τοιγαρούν δει την ψυχήν, ότι νύμφη Χριστού εστί"· δηλαδή, πρέπει κάποιος να διατηρεί καθαρή την ψυχή του, διότι είναι νύφη του Χρίστου.

    Τις περισσότερες φορές οι λογισμοί μοιάζουν με ένα "ποτάμιον ρεύμα", μπροστά στο όποιο πολλές φορές ο άνθρωπος πανικοβάλλεται. Γι' αυτό οι δαίμονες πρώτα μας πολεμούν με τους λογισμούς και κατόπιν με τα πράγματα. Αν υποχωρήσουμε σε αυτούς, τότε σιγά - σιγά μας σπρώχνουν στην αμαρτία με την πράξη.

    Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός μας λέγει ότι οι κυριότεροι λογισμοί της κακίας είναι οκτώ. Ας τους απαριθμήσουμε: α) της γαστριμαργίας, β) της πορνείας, γ) της φιλαργυρίας, δ) της οργής, ε) της λύπης, στ) της ακηδίας, ζ) της κενοδοξίας και η) της υπερηφάνειας.

    Κάποιος άλλος θα μας πει ότι το βασικότερο πάθος στον άνθρωπο από το όποιο προέρχονται όλα τα άλλα πάθη είναι η φιλαυτία. Και φιλαυτία είναι η παράλογος αγάπη και φροντίδα του εαυτού μας. Αυτό είναι και το πάθος του σημερινού ανθρώπου. Από την φιλαυτία προέρχονται οι τρεις κυριότεροι λογισμοί: της γαστριμαργίας, της κενοδοξίας και της υπερηφάνειας. Από τους τρεις αυτούς λογισμούς προέρχονται όλοι οι άλλοι.

6. Κατηγορίες των λογισμών

    Τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αφορούν τους πονηρούς λογισμούς. Έκτος, όμως, από αυτούς υπάρχουν και οι αγαθοί λογισμοί και οι μάταιοι ή ανθρώπινοι λογισμοί. Οι αγαθοί λογισμοί προέρχονται από τον Θεό. Πώς θα τους διακρίνουμε από τους πονηρούς λογισμούς;

    Κάποιος αδελφός ρώτησε τον Αββά Βαρσανούφιο για το θέμα αυτό και έλαβε την έξης απάντηση: "Όταν ευρίσκης χαράν εν τω πράγματι και θλίψιν αντιστήκουσαν, μάθε ότι από Θεού εισί. Οι δε των δαιμόνων τεταραγμένοι και λύπης μεμεστωμένοι εισί". Οι λογισμοί που προέρχονται από τον Θεό προξενούν στον άνθρωπο μία εσωτερική ειρήνη και χαρά. Αντίθετα οι λογισμοί, που προέρχονται από τον διάβολο, είναι γεμάτοι από ταραχή και λύπη.

7. Αρχή του πόλεμου οι λογισμοί

    Γενικά, όπως αναφέρθηκα και παραπάνω, οι λογισμοί είναι αρχή του πολέμου του διαβόλου εναντίον μας. Και ο πόλεμος αρχίζει με την προσβολή του λογισμού, προχωρεί στη συγκατάθεση και τελειώνει με την διάπραξη της αμαρτίας.

    Αυτή είναι η πορεία και η εξέλιξις των λογισμών που προέρχονται κυρίως από τον διάβολο και από τον άνθρωπο.

8. Ή δαιμονική πανουργία

    Ας δούμε, λοιπόν, πώς προσβάλλεται ο άνθρωπος από τους λογισμούς, ή ποιόν τρόπο χρησιμοποιούν οι δαίμονες για να μας προσβάλλουν με τους λογισμούς.

    Η πανουργία των δαιμόνων, που θέλουν να σπείρουν μέσα μας χίλιους δυο ακάθαρτους λογισμούς, είναι απερίγραπτη. Ό διάβολος εκμεταλλεύεται και το πιο ασήμαντο γεγονός της ζωής μας, ή την πιο απίθανη περίπτωση, ή εφευρίσκει τον πιο παράξενο τρόπο για να μας μολύνει.

    Πρώτα απ' όλα, πριν μας ρίξουν στην αμαρτία, μας βάζουν λογισμούς ότι ο Θεός είναι φιλάνθρωπος, ενώ μετά την αμαρτία μας βομβαρδίζουν με τις σκέψεις ότι ο Θεός είναι απότομος και σκληρός, για να μας φέρουν στην απελπισία. "Προ μεν του πτώματος φιλάνθρωπον λέγουσιν είναι τον Θεόν, μετά δε το πτώμα απότομον και σκληρόν".

9. Οι βλάσφημοι λογισμοί

    Κατόπιν προσπαθούν να μας μολύνουν τις ιερές στιγμές, όπως της προσευχής, της Θείας Ευχαριστίας, ή μας βάζουν λογισμούς βλασφημίας κατά του Θεού.

    Αυτός λοιπόν, ο παμμίαρος, αγαπάει πολλές φορές την ώρα των αγίων Συνάξεων και μάλιστα την φρικτή ώρα των Θείων Μυστηρίων (της Θείας Ευχαριστίας), να βλασφημεί τον Κύριο και τα τελούμενα άγια. Δηλαδή, την ώρα που τελείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ο Σατανάς έρχεται και μας βάζει διάφορες βλάσφημες σκέψεις. Ότι τάχα δεν είναι Σώμα και Αίμα Χρίστου, ότι δεν είναι τίποτε αυτό που παίρνουμε ή ακόμη πιο άσεμνους και αισχρούς λογισμούς, που διστάζει κανείς και να τους αναφέρει.

    Ό άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφέρει ότι ένας Μοναχός επολεμείτο από τους λογισμούς αυτούς δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια. Κανένας λογισμός δεν είναι τόσο δύσκολος στην εξαγόρευσή του, όσο ο λογισμός αυτός της βλασφημίας, ο όποιος μπορεί να οδήγηση τον άνθρωπο και στην απελπισία.

    Αυτόν τον πόλεμο είχε και ο αββάς Παμβώ και "παρακαλώντας τον Θεόν δια τούτο ήκουσεν θείαν φωνήν οπού του έλεγεν: Παμβώ, Παμβώ, μη αθύμει επί αλλότρια αμαρτία, αλλά περί των σων φρόντισον πράξεων". Δηλαδή, Παμβώ, μη στενοχωριέσαι για ξένες αμαρτίες, αλλά φρόντισε για τις δικές σου πράξεις.

Αυτοί οι βλάσφημοι και αισχροί λογισμοί πολέμησαν και άλλους μεγάλους και δίκαιους άνδρες, όπως τον άγιο Μελέτιο τον Ομολογητή. Ακόμη και άλλους ομολογητάς και μάρτυρας. Και το βεβαιώνουν αυτό οι άγιοι Πέτρος Αλεξανδρείας και ο ομολογητής Παφνούτιος. Εδιηγείτο ο άγιος Πέτρος Αλεξανδρείας, ότι "εν τω καιρώ της ομολογίας μου, ηνίκα βασάνοις διαφόροις το σώμα μου κατεξέετο και πυρί κατεδαπανάτο, ο δαίμων ενδοθέν μοι λογισμούς βλασφημίας κατά του Θεού εφέγγετο". Δηλαδή: Όταν ομολογούσα την πίστη μου στο Χριστό στο δικαστήριο και με διάφορους βασανιστικούς τρόπους έγδερναν το σώμα μου και το έκαιγαν με την φωτιά, από μέσα μου ο δαίμονας βλασφημούσε τον Θεό.

    Βέβαια, τονίζει ο άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, οι λογισμοί αυτοί προέρχονται κυρίως από την κατάκριση, την υπερηφάνεια και από το φθόνο των δαιμόνων. Γι' αυτό και το καλλίτερο όπλο εναντίον τους είναι η ταπείνωσις και η αυτομεμψία.

10. Ο ορμαθός των λογισμών

    Αναφέρεται στην Κλίμακα του αγ. Ιωάννου του Σιναΐτου το έξης: "Ας παρατηρήσουμε και θα δούμε ότι την ώρα που χτυπάει η πνευματική σάλπιγγα και συναθροίζονται ορατά οι αδελφοί στο ναό, αοράτως και οι εχθροί. Άλλοι την ώρα που σηκωνόμαστε να πάμε στην Εκκλησία, μας προτρέπουν να ξανακοιμηθούμε. Κάθισε, λέγουν, μέχρι να συμπληρωθούν οι προοιμιακοί ύμνοι και μετά πήγαινε στην Εκκλησία. Άλλοι πάλι ενώ είμαστε στην προσευχή μας φέρνουν ύπνο, άλλοι μας κάνουν να πεινάμε, άλλοι μας προτρέπουν να ακουμπήσουμε στον τοίχο σαν δήθεν κουρασμένοι, και άλλοι μας προκαλούν χασμουρητά. Άλλοι μας θυμίζουν τα γραμμάτια και τα συμβόλαια και τους τραπεζικούς τόκους. Και έτσι αντί να φύγουμε από την Εκκλησία ωφελημένοι, φεύγουμε ζημιωμένοι, χωρίς να έχουμε ακούσει και τα πλέον στοιχειώδη. Και ενώ πολλές φορές την ώρα, που είμαστε στην προσευχή, ο νους μας είναι γεμάτος από απρεπείς σκέψεις, μόλις τελειώσει η προσευχή, όλα εξαφανίζονται.

    Γνωρίζει ο διάβολος την ωφέλεια που προέρχεται από την προσευχή και γι' αυτό προσπαθεί να την μολύνει.

    Ακόμη κι αν νικήσουμε τον δαίμονα σε πολλά αγωνίσματα, μας βάζει λογισμούς υπερηφάνειας με άλλη μορφή: ότι δήθεν προκόψαμε στην αρετή, αφού για παράδειγμα, εξαφανίσθηκαν όλοι οι πορνικοί λογισμοί.

    Η σκέψις αυτή, το ότι νικήσαμε, μοιάζει με ένα φίδι που είναι κρυμμένο μέσα στην κοπριά της υπερηφάνειας. Μέσα στο βάθος της καρδιάς μας υπάρχει πονηρός λογισμός.

    Υπάρχουν δαίμονες που μολύνουν την ψυχή μας μόλις πέσουμε για ύπνο και υπάρχουν άλλοι που μολύνουν την πρώτη μας σκέψη, μόλις, δηλαδή, σηκωθούμε από τον ύπνο. Ο διάβολος δεν χάνει ευκαιρία να μη μας πολεμήσει.

Άλλοτε μας βάζει λογισμούς εναντίον του πνευματικού μας πατρός, άλλοτε πάλι εξομολογούμαστε και μετά την εξομολόγηση μας μολύνει με την ενθύμηση των αμαρτιών που εξωμολογηθήκαμε, για να μας φέρει σε απελπισία. Άλλοτε πάλι μας ρίχνει στην αμαρτία και κατόπιν μας βάζει λογισμούς να διδάξουμε και σε άλλους την αμαρτία.

    Αυτοί, σε γενικές γραμμές, είναι οι λογισμοί τους οποίους δημιουργεί ο διάβολος.

    Ας δούμε τώρα τους λογισμούς που δημιουργούνται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο νους του ανθρώπου είναι φιλομάκελλος. Δηλαδή, όπως το σκυλί πηγαίνει στο κρεοπωλείο για να αρπάξει κάποιο κομμάτι κρέας, ή όπως ένας φίλος του φαγητού, αρέσκεται συνέχεια να μιλάει γι' αυτά, έτσι είναι και ο νους του ανθρώπου. Τρέφεται πολλές φορές με απρεπείς και ακάθαρτες έννοιες.

Ένας μοναχός που δεν έχει τίποτε και είναι ακτήμονας (και κατ' έπεκτασιν ένας Χριστιανός), στην προσευχή του δεν έχει ενοχλήσεις από τα υπάρχοντα του. Δεν έρχονται στο νου του την ώρα της προσευχής τα προβλήματα των πραγμάτων ή των κτημάτων. Ενώ ένας που είναι φιλοκτήμονας, όταν προσεύχεται, έχει εικόνες υλικές, έχει λογισμούς υλικών πραγμάτων.

    Ο άνθρωπος που είναι ακρατής, δηλαδή κοιλιόδουλος, έχει σκέψεις και λογισμούς γεμάτους από ακάθαρτα είδωλα. Ό άγ. Ιωάννης της Κλίμακος φέρνει και ένα παράδειγμα. Όπως ακριβώς το πλήθος της κοπριάς γεννάει σκουλήκια, έτσι και το πλήθος των φαγητών γεννάει πτώσεις, πονηρούς λογισμούς και αισχρά όνειρα. Η γαστριμαργία είναι ό,τι το λάδι με την φωτιά για τους λογισμούς της πορνείας.

    Γι' αυτό, πολύ σοφά ο άγ. Ιωάννης ο Σιναΐτης γράφοντας την Κλίμακα, μετά το λόγο για την γαστριμαργία, τοποθέτησε τον περί πορνείας λόγο. "Διότι νομίζω, λέγει, ότι αυτή είναι μητέρα εκείνης".

   Από πού, δηλαδή, προέρχονται οι πορνικοί λογισμοί; Εάν ένας άνθρωπος στη ζωή του καλοπερνάει και έχει όλες τις ανέσεις και δε σκληραγωγήται και δεν ασκήται καθόλου, τότε πολύ φυσικό είναι ο άνθρωπος αυτός να έχει λογισμούς πορνείας, οι όποιοι θα καταλήξουν σε πράξεις. Άλλοτε, πάλι, όταν έχει ελεύθερες τις αισθήσεις του ο άνθρωπος και δη κάποιο πρόσωπο ή ακουμπήσει με το χέρι του κάποιον ή ακούσει κάτι το αισχρό, τότε είναι σαν να έχει ανοίξει την πόρτα στους ακάθαρτους λογισμούς. Βέβαια σε αυτό βοηθάει και η φύσις του ανθρώπου που ρέπει προς τους λογισμούς αυτούς.

   Ακόμη και η παρακοή στις υποσχέσεις του Θεού γεννάει "αποθήκην λογισμών", δηλαδή ο νους του ανθρώπου γίνεται αποθήκη πονηρών λογισμών. Τους ίδιους λογισμούς δημιουργεί και η παρακοή στον πνευματικό μας πατέρα.

Πολλές φορές η περιέργεια του ανθρώπου να εξερεύνηση τα μυστήρια του Θεού δημιουργεί λογισμούς βλασφημίας και ακόμη ότι ο Θεός είναι άδικος και προσωπολήπτης. Σε άλλους δίνει οράσεις και θαύματα και σε άλλους δεν δίνει τίποτε. 

11. Συνδυασμός λογισμών

    Υπάρχουν, όμως, λογισμοί που προέρχονται και από τον άνθρωπο και από τον διάβολο. Είναι συνδυασμός λογισμών.

    Είδα, λέγει ο αγ. Ιωάννης της Κλίμακος, μερικούς να τρώνε απολαυστικά και να μην πολεμούνται αμέσως. Και άλλους να συνεσθίουν και να συναναστρέφωνται με γυναίκες και να μην έχουν την ώρα εκείνη κανένα πονηρό λογισμό. Την ώρα, όμως, που νόμιζαν ότι βρίσκονται στο κελλί τους σε ειρήνη και ασφάλεια, έπαθαν ξαφνικά όλεθρο. Η φύσις τους έσπρωξε να τρώγουν και να πίνουν απολαυστικά και να κοιτάζουν ακόλαστα. Ο σατανάς το εκμεταλλεύθηκε και τους έριξε στην αμαρτία.

    Αυτοί είναι, σε γενικές γραμμές, οι λογισμοί που προέρχονται από τον άνθρωπο και από τον διάβολο. Σε όλον αυτόν τον αγώνα υπάρχει μία κλίμακα.

    Προσβολή, συνδυασμός, συγκατάθεσις, αιχμαλωσία.

    Προσβάλλει ο εχθρός τον άνθρωπο με έναν απλό λογισμό ή με μία εικόνα. Όταν τον δεχθεί, τότε γίνεται συγκατάθεσις. Αρχίζει η συνομιλία με τον λογισμό. Από το σημείο αυτό αρχίζει ή ευθύνη του ανθρώπου. Κατόπιν συγκατατίθεται κανείς με ηδονή να πραγματοποίηση αυτό που του υποβάλλει ο λογισμός και στο τέλος υποδουλώνεται και αιχμαλωτίζεται από το πάθος.

12. Αποτελέσματα των λογισμών

    Όταν ο λογισμός χρονίσει μέσα μας, γινόμαστε τότε δούλοι στην προσπάθεια. Προσπάθεια είναι η προσκόλλησις του άνθρωπου στα κτιστά πράγματα και ή επιθυμία του να απόκτηση μόνον αυτά. Έτσι ο νους του ανθρώπου αποδεσμεύεται από την αιώνια τροφή. Και όταν ο νους του ανθρώπου απομακρυνθεί εντελώς από τον Θεό, τότε "ή θηριώδης ή δαιμονιώδης γίνεται", δηλαδή, ή σαν θηρίο ή σαν δαίμονας γίνεται ο άνθρωπος, πράγμα το όποιο βλέπουμε να συμβαίνει στη σημερινή καταναλωτική κοινωνία. Ό λογισμός του ανθρώπου προσκολλήθηκε μόνο στη γη και δε σκέπτεται καθόλου τον ουρανό, με αποτέλεσμα την θηριοποίηση του ανθρώπου και την αποθέωση της τέχνης σε οποιαδήποτε μορφή.

    Ο άνθρωπος γίνεται ακρατής. Δεν μπορεί να εγκρατευθεί. Όταν ο άνθρωπος δεν πολεμά το λογισμό του τότε γίνεται δούλος της αμαρτίας. "Ο κατά διάνοιαν προς την αμαρτίαν μη πολέμων μηδέ αντιλέγων, σωματικώς πράττει αυτήν".

Οι λογισμοί μας σαπίζουν και μας συντρίβουν δημιουργώντας προβλήματα και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.

    Οι λογισμοί μιαίνουν, μολύνουν την ψυχή μας, την δηλητηριάζουν και την φαρμακώνουν. "Αυτή η πάλη του πονηρού. Και μετά τούτων των βελών φαρμακεύει πάσαν ψυχήν", μας λέγει ο άγ. Ησύχιος ο πρεσβύτερος.

Με την αποδοχή των λογισμών ο διάβολος αποκτά κυριαρχία και μπορεί να οδήγηση τον άνθρωπο ακόμη και στην αυτοκτονία, αφού ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντισταθεί στη δύναμη του διαβόλου.

    Ό ρυπαρός λογισμός καταχθονίζει την ψυχή, δηλαδή, ρίχνει κατά γης την ψυχή του ανθρώπου.

     Εκείνος που αισθάνεται την συνεχή ενόχληση των λογισμών και φλέγονται τα υπογάστρια της σαρκός, φανερώνει ότι βρίσκεται μακριά από την ευωδία του Πνεύματος.

    Χάνεται η παρρησία προς τον Θεό. Όταν ο νους γίνεται συνόμιλος με ρυπαρούς και αισχρούς λογισμούς, τότε "της προς Θεόν παρρησίας εκπίπτει". Δεν μπορεί ο Θεός να έχει κοινωνία με άνθρωπο, του οποίου ο νους συνέχεια μολύνεται με αισχρούς και πονηρούς λογισμούς, όπως ακριβώς είναι βδελυρός σε επίγειο άρχοντα εκείνος που αποστρέφεται το πρόσωπο του και συνομιλεί με τους εχθρούς του.

    "Οι ακάθαρτοι λογισμοί χωρίζουσι τον Θεόν από του ανθρώπου". Ο Θεός σε άνθρωπο που διακατέχεται από αισχρούς λογισμούς δεν αποκαλύπτει τα μυστήριά του.

    Επειδή οι λογισμοί χωρίζουν τον άνθρωπο από τον Θεό, γι' αυτό, κατά συνέπεια, δημιουργούνται και διάφορες άλλες σωματικές ανωμαλίες. Το άγχος και η ανασφάλεια και άλλες ακόμη σωματικές ασθένειες, έχουν ως αιτία τους λογισμούς. Αυτό το έχουν συνειδητοποιήσει και οι γιατροί ακόμη, γι' αυτό και δίνουν την εντολή να μη σκεπτόμαστε ορισμένα πράγματα και να μη στενοχωριόμαστε. Ένας λογισμός μπορεί να αφήσει τον άνθρωπο άγρυπνο όλη νύκτα. Γι' αυτό λέμε ότι οι λογισμοί ταράσσουν τον άνθρωπο και ακόμη ότι σπάζουν τα νεύρα του. Ο αββάς Θεόδωρος έλεγε: "Έρχεται ο λογισμός και ταράσσει με".

    Αυτά σε συντομία είναι τα αποτελέσματα των πονηρών λογισμών.
Πρέπει, όμως, να δούμε και τους τρόπους αντιμετωπίσεως των λογισμών αυτών, που προέρχονται κυρίως από τον διάβολο.

13. Η αντιμετώπισις των λογισμών

    Πώς μπορεί κάποιος να απαλλαγή από τους λογισμούς;

    Οι άγιοι και οι Πατέρες της "Εκκλησίας μας, μας έχουν υποδείξει διάφορους τρόπους αντιμετωπίσεως των λογισμών.

    Ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας συμβούλευε να μη τους εκφράζουμε, αλλά να τους πνίγουμε με τη σιωπή. Διότι και τα θηρία και τα ερπετά όταν πέφτουν μέσα στο λάκκο, αν βρουν κάποια διέξοδο προς τα πάνω, ανεβαίνουν και συνήθως γίνονται αγριώτερα. Αν, όμως. μένουν συνέχεια κλεισμένα μέσα, εύκολα χάνονται και εξαφανίζονται.

    Το ίδιο συμβαίνει και με τους ρυπαρούς λογισμούς. Αν βρουν κάποια διέξοδο με το στόμα δια μέσου των λόγων, ανάβουν την εσωτερική φλόγα. Αν, όμως, αποκλεισθούν με τη σιωπή, αδυνατίζουν, λειώνουν σαν από πείνα και γρήγορα εξαφανίζονται.

    Το γραφικό χωρίο "πως ποιήσω το πονηρόν τούτο ρήμα εναντίον του Θεού" (Γεν. 39,9). Όταν μας ταράσση οποιοσδήποτε παράλογος λογισμός, ας σκεπτώμαστε ότι από τον Θεό δεν μπορεί να κρυφθούν και οι πιο μικρές και παράλογες σκέψεις.

     Η μελέτη του νόμου του Θεού, η μνήμη των μελλόντων και τα όσα έκανε ο Θεός για μας, μειώνουν τους πονηρούς λογισμούς και δεν βρίσκουν τόπο μέσα μας.

    Η εξαγόρευσή τους. Όπως το φίδι, όταν βγαίνει από την φωλιά του, τρέχει να εξαφανισθεί, έτσι και οι πονηροί λογισμοί, όταν εξαγορευθούν, φεύγουν από τον άνθρωπο. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι τίποτε δε χαροποιεί τόσο τους δαίμονες, όσο η απόκρυψις των λογισμών.

    Η εξουθένωσις της ψυχής και ο σωματικός κόπος "εν παντί καιρώ και τόπω και πράγματι", βοηθεί τον άνθρωπο στο να μην έχει αισχρούς λογισμούς.

Φρόντισε να απαλλαγής από τα πάθη και αμέσως θα διώξεις τους λογισμούς από το νου σου", τονίζει ο αγ. Μάξιμος ο Ομολογητής. Δηλαδή: Για να απαλλαγή κάποιος από την πορνεία, πρέπει να κοπιάσει σωματικά και να νηστέψει. Για να απαλλαγή από την οργή και τη λύπη, πρέπει να καταφρονεί την δόξα και την ατιμία και για να απαλλαγή από τη μνησικακία, πρέπει να προσεύχεται για εκείνον που τον λύπησε.

    Δεν μπορούμε να εμποδίσουμε τους λογισμούς να μην έλθουν, μπορούμε, όμως, να μη τους δεχθούμε. Όπως δεν μπορούμε να εμποδίσουμε τα κοράκια να μην πετάνε από πάνω μας, μπορούμε, όμως, να τα εμποδίσουμε να χτίσουν φωλιά πάνω στα κεφάλια μας.

    Ας παρακολουθήσουμε, όμως, για λίγο και τον Μ. Βασίλειο στο θέμα του πολέμου αυτού:

    "Πρέπει τις επιθέσεις αυτές να τις αντιμετωπίζουμε με εντατική προσοχή και εγρήγορση, όπως ο αθλητής που αποφεύγει τις λαβές των αντιπάλων με τη ακριβή προφύλαξη και την ευελιξία του σώματος και να αναθέσουμε το τέλος του πολέμου και την αποφυγή των βελών στην προσευχή και την άνωθεν βοήθεια.

    Και αν ακόμη ο πονηρός εχθρός κατά την ώρα της προσευχής υποβάλει τις πονηρές φαντασίες, η ψυχή ας μη διακόψει την προσευχή της και ας μη νομίζει ότι ευθύνεται για τις πονηρές επιθέσεις του εχθρού, καθώς και για τις φαντασίες του παραδόξου θαυματοποιού. Αντίθετα ας σκεφθεί ότι οι σκέψεις αυτές οφείλονται στην αναίδεια του εφευρέτου της κακίας και ας επιτείνει τη γονυκλισία και ας ικετεύει τον Θεό να διαλυθεί το πονηρό διάφραγμα των παραλόγων σκέψεων, ώστε χωρίς εμπόδια να πλησίαση τον Θεό.

    Εάν, όμως, η βλαβερή επίδρασις του λογισμού γίνει πιο έντονη εξ αιτίας της αναίδειας του εχθρού, δεν πρέπει να δειλιάζουμε, ούτε να αφήνουμε τον αγώνα μας στη μέση, αλλά να υπομένουμε μέχρι τότε που ο Θεός θα δη την επιμονή μας και θα μας φώτιση με τη χάρη του Αγ. Πνεύματος, η οποία τον μεν εχθρό τρέπει σε φυγή, τον δε νου μας τον γεμίζει με θειο φως, ώστε ο λογισμός να λατρεύσει τον Θεό με αδιατάρακτη γαλήνη και ευφροσύνη".

Γενικά οι πατέρες έχουν τρεις τρόπους αντιμετωπίσεως των αισχρών λογισμών: α) Την προσευχή, β) την αντίρρηση και γ) την περιφρόνηση.

    α) Ή προσευχή. Είναι αδύνατον ο αρχάριος να δίωξη μόνος του τους λογισμούς. Αυτό είναι γνώρισμα των τελείων.

Η νοερά προσευχή, η μονολόγιστος ευχή, το "Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με", είναι το πιο δυνατό όπλο για να μπόρεση κάποιος να νικήσει τους λογισμούς. "Ιησού ονόματι μάστιζε πολεμίους' ου γαρ εστίν εν γη και ουρανώ δυνατώτερον όπλον", τονίζει ο αγ. Ιωάννης της Κλίμακος.

"Το γλυκύτατον Όνομα του Ιησού, συνεχώς και κατανυκτικώς και μετά πόθου και πίστεως εν τω βάθει της καρδίας μελετώμενον, αποκοιμίζει μεν όλους τους κακούς λογισμούς, εξυπνίζει δε όλους τους αγαθούς και πνευματικούς. Και όπου πρότερον εξήρχοντο εκ της καρδίας διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι (Ματθ. 15,19), καθώς είπεν ο Κύριος, εκείθεν ύστερον εξέρχονται λογισμοί αγαθοί, λόγοι σοφίας και χάριτος".

     β) Η αντίρρησις. Η προσευχή είναι για τους αρχαρίους και τους αδυνάτους. Εκείνοι που μπορούν να πολεμήσουν ας χρησιμοποιήσουν την αντίρρηση, η οποία συνηθίζει να φιμώνει τους δαίμονες. Ο Κύριός μας με αυτό τον τρόπο νίκησε τους τρεις μεγάλους πολέμους που του προέβαλε ο διάβολος πάνω στο ορός. "Την φιληδονίαν με το ουκ επ' άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος, την φιλοδοξίαν με το ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου, και την φιλαργυρίαν με το Κύριον μόνον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις (Ματθ. 4,10)".

Ο ιερομάρτυς Πέτρος ο Δαμασκηνός μας αναφέρει τα εξής σχετικά:

"Όταν οι δαίμονες υποβάλουν κάποιο λογισμό υπερηφάνειας, τότε να θυμάσαι τους αισχρούς λογισμούς που σου έλεγαν και να ταπεινώνεσαι. Όταν πάλι υποβάλουν τους αισχρούς, να θυμάσαι εκείνους τους υπερήφανους λογισμούς και να τους νικάς με τον τρόπο αυτό, ώστε ούτε να απελπίζεσαι από τους αισχρούς λογισμούς, ούτε να υπερηφανευθείς από τους καλούς".

Έτσι όταν κάποιος γέροντας επολεμείτο από τους λογισμούς της υπερηφάνειας, έλεγε στο λογισμό του: "Γέρον, βλέπε τας πορνείας σου"' και ο πόλεμος σταματούσε.

Υπάρχουν περιπτώσεις που επιστρατεύει κανείς όλες τις πνευματικές του δυνάμεις, όλους τους αγαθούς λογισμούς και δεν μπορεί να δίωξη έναν κακό λογισμό. Ποια είναι ή αίτια; "Επειδή πρώτον δεχόμεθα του κατακρίναι τον πλησίον". Κατακρίναμε τον αδελφό μας και ο λογισμός μας έχασε την δύναμη που είχε προηγουμένως.

Μερικές φορές είμαστε ανόητοι γι' αυτό και μας κυριεύουν οι λογισμοί.

Πολλές φορές, όμως, δεν έχουμε την δύναμη να πολεμήσουμε τους λογισμούς, με αποτέλεσμα να δεχθούμε τέτοιες πνευματικές πληγές που δεν θεραπεύονται ακόμη και με την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος.

Γι' αυτό καλλίτερα είναι να καταφεύγει κανείς στην δύναμη της προσευχής και των δακρύων, διότι α) ή ψυχή δεν έχει πάντοτε την ίδια δύναμη, β) ο διάβολος έχει πείρα αρκετών χιλιάδων ετών, ενώ η δική μας είναι πολύ περιωρισμένη, με αποτέλεσμα να φύγουμε νικημένοι και πληγωμένοι, αφού ο νους μας πάλι μολύνεται με τις αισχρές φαντασίες, και γ) διώχνει την υπερηφάνεια και δείχνει ταπείνωση όποιος καταφεύγει στον Θεό την ώρα του πολέμου των λογισμών "και ομολογεί τον μεν εαυτόν του ανάξιον και ταπεινόν και αδύνατον εις το να πολεμεί, τον δε Ιησού Χριστόν μόνον δυνατόν και κραταιόν εν πολεμώ, διότι Αυτός μας είπε: "Θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον" (Ίωάν. 16,33), δηλαδή, τα πάθη, τους λογισμούς και τον διάβολον".

    γ) Η καταφρόνησις. "Εάν ανασχώμεθα σχολάζειν τοις λογισμοίς του εχθρού, ουδέποτε έχομεν αγαθόν τι πράξαι, όπερ εκείνος πραγματεύεται". Δηλαδή αν ασχολούμαστε με τους λογισμούς που μας υποβάλλει ο εχθρός, ποτέ δε θα μπορέσουμε να κάνουμε κάποιο καλό, από εκείνα που αυτός πολεμεί.

Η καταφρόνησις και το να μην ασχολήται κανείς με τους λογισμούς του εχθρού, είναι το μεγαλύτερο όπλο και αποτελεί το πιο δυνατό κτύπημα στον διάβολο.

Πρέπει να θεωρούμε τους λογισμούς του σαν ζωύφια, σαν γαυγίσματα από σκυλάκια, σαν κουνούπια και στη χειρότερη περίπτωση, σαν την βοή του αεροπλάνου και σαν τίποτε, διότι: α) Πιστεύουμε στην δύναμη του Αρχιστρατήγου μας Ιησού Χριστού και β) Πιστεύουμε ότι μετά το Σταυρό και τον θάνατο του Κυρίου μας ο διάβολος δεν έχει καμία ισχύ εναντίον μας, αλλά μένει ανίσχυρος και αδύναμος κατά το γεγραμμένον "του εχθρού εξέλιπον αι ρομφαίαι εις τέλος" (Ψαλμ. 9,6).

Μεγαλύτερη νίκη και εντροπή των δαιμόνων δεν υπάρχει από αυτήν την καταφρόνηση, διότι αυτός που έφθασε σ' αυτό το σημείο, είναι οπλισμένος με την χάρη του Θεού και μένει ασύλληπτος από τους λογισμούς και τους δαίμονες.

Αυτοί είναι οι τρεις τρόποι αντιμετωπίσεως των λογισμών που προέρχονται κυρίως από τον διάβολο.

Συμπληρωματικά θα μπορούσαμε να πούμε, ότι η μνήμη του θανάτου είναι πολύ ισχυρό μέσο για την κατατρόπωση του λογισμού. Δημιουργεί καρδιακούς πόνους για τα αμαρτήματά μας και προφυλάσσει τον νου μας από τους λογισμούς. Όποιος υπολογίσει την ήμερα που διανύει ως την τελευταία ήμερα της ζωής του, θα περιορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τους αισχρούς λογισμούς.

Κάθεσαι στο τραπέζι να φας; Να έχεις λογισμούς θανάτου, για να μη σε πειράξει η γαστριμαργία.

Μόνοι μας ας ζωγραφίσουμε στο νου μας την εικόνα των μνημάτων, για να εξαλείψουμε την αναισθησία που έχουμε.

Ό Γέρων Σιλουανός, ο τελευταίος επίσημος άγιος του Αγ. Όρους, έλεγε: "Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι". Με τον τρόπο αυτό κανένας λογισμός δε θα φωλιάσει μέσα σου.

Εμείς ποιο τρόπο πρέπει να χρησιμοποιήσουμε, για να γλυτώσουμε από το πολυήμερο και πολυβάσανο μαρτύριο, όπως χαρακτηρίζει τους λογισμούς ο άγ. Θεόδωρος ο Στουδίτης;

Ας ακολουθήσουμε την τακτική του αγ. Ιωάννου του Κολοβού, ο όποιος δοκίμασε όλους τους τρόπους. Μας συμβουλεύει τα εξής ο μεγάλος αυτός αγωνιστής του πνεύματος:

"Μοιάζω με έναν άνθρωπο που κάθεται κάτω από ένα μεγάλο δένδρο και ξαφνικά βλέπει πολλά θηρία και ερπετά να έρχονται κατεπάνω του. Και επειδή δεν μπορεί να αντισταθεί εύκολα, τρέχει γρήγορα, πάνω στο δένδρο και σώζεται. Έτσι κάνω και εγώ. Κάθομαι στο κελί μου και βλέπω τους πονηρούς λογισμούς να έρχονται εναντίον μου. Τότε ανεβαίνω στο δένδρο της ζωής, στο Θεό μου, με την προσευχή, και σώζομαι από τον εχθρό".


ΕΚΔΟΣΙΣ
ΣΥΝΟΔΙΑ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
ΝΕΑ ΣΚΗΤΗ - ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
1997.
ΠΗΓΗ

ΑΓΑΠΗ

ΑΓΑΠΗ

ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΤΟΝ ΠΑΛΑΜΑ

Η ελευθερία είναι ένα από τα σπουδαιότερα θέματα που αφορούν την ύπαρξη του ανθρώπου. Κάθε ενέργεια του ανθρώπου, που τον χαρακτηρίζει ως πρόσωπο, συνδέεται άρρηκτα με την ελευθερία του.

Έτσι μπορεί να γίνεται λόγος για μια μεγάλη ποικιλία, με την οποία φανερώνεται αυτή η ελευθερία, όπως είναι λόγου χάρη η ελευθερία της σκέψεως, η ελευθερία του λόγου, η ελευθερία της συνειδήσεως, η ηθική ελευθερία, η θρησκευτική ελευθερία, κλπ.

Εμείς δεν θα ασχοληθούμε με τις παραπάνω πλευρές της ελευθερίας, αλλά θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε με κάθε δυνατή συντομία, πώς ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς βλέπει την ελευθερία του ανθρώπου καθεαυτήν.

Στη συνέχεια, αφού αναφερθούμε στην οντολογική υποδούλωση και απελευθέρωση του άνθρώπου, θα παρουσιάσουμε πως ο άνθρωπος αναπτύσσει και φανερώνει την ελευθερία του ως μέτοχος της πνευματικής εμπειρίας της Εκκλησίας και ποιος είναι ο ιδιάζων χαρακτήρας αυτής της ελευθερίας.

Ευθύς εξαρχής πρέπει να πούμε ότι απόλυτα ελεύθερος και κυριολεκτικά αυτεξούσιος είναι μόνο ο Θεός, αφού ως ο όντως Ων δεν υπόκειται σε καμιά φυσική ή μεταφυσική αναγκαιότητα1.

Επομένως είναι αυτονόητο ότι λόγος για απόλυτη και αυθεντική ελευθερία μπορεί να γίνεται μόνο εκεί, όπου βρίσκεται και η πηγή της ελευθερίας, ο ίδιος δηλαδή ο Θεός. Άμεση φανέρωση της αυθεντικής αυτής ελευθερίας στην κτίση και την ιστορία γίνεται μόνο με τις άκτιστες ενέργειες του Τριαδικού Θεού.

Αν όμως η απόλυτη και αυθεντική ελευθερία βρίσκεται μόνο στον ίδιο τον Θεό και στις άκτιστες ενέργειές του, τί είδους ελευθερία έχει ο άνθρωπος ως κτίσμα και πού θεμελιώνεται αυτή η ελευθερία του;

Η ελευθερία του άνθρώπου, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, όπως αυτή εκπροσωπείται από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, συνδέεται στενότατα με τον τρόπο υπάρξεώς του.

Ο άνθρωπος, του οποίου η οντολογική αφετηρία βρίσκεται στο μη ον, ήρθε στο είναι, ως γνωστόν, με την άκτιστη δημιουργική ενέργεια του Θεού. Γι' αυτό και είναι εξαρτημένος από την αιτία της προελεύσεώς του, είναι δηλαδή εξαρτημένος από τον ίδιο τον Θεό.

Πέρα όμως από την εξάρτηση αυτή του είναι του ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ' εικόνα του δημιουργού του ως λογικό και αυτεξούσιο ον.

Η λογικότητα των όντων κατά τον Παλαμά συνδέεται οντολογικώς με την αυτεξουσιότητά τους4. Κατά συνέπεια η αυτεξουσιότητα και ελευθερία του άνθρώπου αποτελούν οντολογικό γνώρισμα του κατ' εικόνα.

Δημιουργώντας ο Θεός κατ' εικόνα του τον άνθρωπο θεμελίωσε το αυτεξούσιο του ανθρώπου πάνω σε μια πραγματικότητα, η οποία παρέχει στην ελευθερία προϋποθέσεις αποφασιστικής σημασίας για την παραπέρα τελειωτική πορεία του ανθρώπου.

Το κατ' εικόνα αποτελεί το θεμέλιο εκείνο της ανθρωπίνης υπάρξεως που δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να μπορεί να κινείται προς το αγαθό, όταν κάνει καλή χρήση του αυτεξουσίου.

Το οντολογικό δηλαδή υπόβαθρο της αυτεξούσιας αναφοράς του ανθρώπου στον Τριαδικό Θεό βρίσκεται στην κατ' εικόνα Θεού δημιουργία του. Αν ο άνθρωπος ανέφερε πάντοτε αυτεξουσίως και ελευθέρως το κατ' εικόνα προς το αρχέτυπο, δεν θα ξέπεφτε από την κοινωνία του με τον Θεό, μια και ο Θεός κατά τον Παλαμά προσβλέπει πάντα με ιδιαίτερη πρόνοια προς τον άνθρωπο. «ως προς οικείαν εικόνα μάλλον ή προς τα παρ' αυτού πάντα γεγονότα».

Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ενώ εντοπίζει το κατ' εικόνα στην όλη ύπαρξη του ανθρώπου, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο νου. Αλλά ο νους και η λογική συνδέονται αναπόφευκτα με το αυτεξούσιο και την προαίρεση του ανθρώπου, και αυτά του παρέχουν τη δυνατότητα να τρέπεται πότε στο καλό, και πότε στο κακό.

Αν η αυτεξουσιότητα αφαιρεθεί από τη λογική, τότε η λογική καταντά χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Χωρίς ελεύθερη θέληση και απόφαση δεν είναι νοητή καμιά ευθύνη. Μόνο όταν ο άνθρωπος έχει «λελυμένην πάσης ανάγκης την γνώμην», παρατηρεί ο υπέρμαχος του ησυχασμού, μπορεί να διατηρείται στην κατά φύση ζωή και να προσεγγίζει τον Θεό ή να εκτρέπεται από την κοινωνία μαζί του και να κατευθύνεται προς τον θάνατο.

Δημιουργώντας ο Θεός αυτεξούσιο τον άνθρωπο στέρησε την δυνατότητα στον πονηρό να ασκεί βία πάνω στον άνθρωπο. Μόνο με πειθώ ή δόλο μπορεί να επηρεάσει ο διάβολος τη θέληση του άνθρώπου και να τον κάνει κοινωνό της αποστασίας του. Από τη δημιουργία του λοιπόν ακόμη ο άνθρωπος πήρε τη δύναμη του αυτεξουσίου, τη δύναμη της ελευθερίας, με την οποία μπορεί να αντιστέκεται στον πονηρό και να συμβάλλει αποφασιστικά στην πραγμάτωση του προορισμού του, την ομοίωσή του με τον Θεό.

Η προγονική πτώση είχε οντολογικές συνέπειες στο καθαυτό είναι του ανθρώπου, στο κατ' εικόνα, το οποίο ενώ αμαυρώθηκε δεν καταστράφηκε από την αμαρτία.

Εκείνο που έχασε ο άνθρωπος, παρατηρεί ο Παλαμάς, δεν ήταν το κατ΄ εικόνα αλλά το καθ' ομοίωση.

Η αμαύρωση του κατ' εικόνα σήμανε φθορά και στο αυτεξούσιο του ανθρώπου, που αντί να οδεύει στην κατεύθυνση της ελευθερίας του πρωτοτύπου του βρέθηκε μέσα στην περιοχή της επιρροής του πονηρού, ο οποίος, ενώ δεν μπόρεσε να καταργήσει το αυτεξούσιο του ανθρώπου, το συσκότισε και το εμπόδισε να κινείται στην τελειωτική του προοπτική.

Έτσι ο,τιδήποτε και αν έκανε ο άνθρωπος (αξιοκατάκριτο ή επαινετό) βρισκόταν κατά τον Παλαμά κάτω από τις γενικότερες συνέπειες της προγονικής πτώσεως.

Αλλά το αυτεξούσιο του ανθρώπου δεν εμπόδισε την ελευθερία του Θεού να μετασκευάσει φιλάνθρωπα και «επί το κρείττον» τα «εξ αυτεξουσίου παρατροπής ολισθήματα» του ανθρώπου και να «οικονομήσει» τη σωτήρια του, χωρίς να παραβιάσει καθόλου το αυτεξούσιο και την ελευθερία του.

Ενώ δηλαδή η αυτεξούσια παράβαση της εντολής του Θεού οδήγησε στη σύνταξη του ανθρώπου με τον διάβολο και την υποταγή του στο θάνατο, ο Θεός με τη σοφία και την αγαθότητά του βρήκε τρόπο, ώστε και τον άνθρωπο να λυτρώσει από τον θάνατο, και το αυτεξούσιο του ανθρώπου να διατηρήσει.

Ο Θεός δεν επέτρεψε να γίνει ο θάνατος το υποχρεωτικό τέλος, το «έσχατον καταγώγιον» όλων των ανθρώπων. Επειδή μάλιστα ο άνθρωπος δεν έφτασε «αυτοκινήτως» προς το κακό αλλά μετά τη συκοφαντία του θελήματος του Θεού από τον διάβολο, δεν προχώρησε μετά την παράβαση «ακρατώς και ανεπιστρόφως» προς το κακό, όπως οι δαίμονες και έτσι έγινε δεκτικός στην προσφορά του Θεού για την οντολογικού χαρακτήρα απελευθέρωσή του.

Με το έργο της θείας οικονομίας, που πραγματώθηκε στο πρόσωπο του Χριστού, ο άνθρωπος απελευθερώνεται οντολογικώς από την αμαρτία, τον διάβολο και τον εσχατολογικό θάνατο και αποκτά τη χαρισματική ελευθερία.

Ειδικότερα, ο Θεός κινούμενος από άκρα ευσπλαχνία για τον άνθρωπο προσέλαβε την ανθρώπινη φύση «καθ' υπόστασιν» στο πρόσωπο του Θεού Λόγου για ν' απελευθερώσει τον άνθρωπο, ν' ανακαινίσει το αμαυρωμένο κατ' εικόνα και να το ζωοποιήσει με την άκτιστη χάρη του πρωτοτύπου.

Ο Χριστός ως Θεάνθρωπος, ως μόνος αληθινός και αναμάρτητος άνθρωπος και ως ελεύθερος από τη δουλεία του διαβόλου, ήταν κατά τον Παλαμά ο μόνος που μπορούσε να ελευθερώσει τον άνθρωπο από την παραπάνω δουλεία.

Το θεμέλιο απελευθερώσεως της ανθρωπίνης φύσεως από την εξουσία του διαβόλου, της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου, τέθηκε ήδη με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, ενώ με την ανάσταση του Χριστού επισφραγίστηκε η οντολογική απελευθέρωση του ανθρώπου από την πολλαπλή δουλεία του.

Την απελευθέρωση του ανθρώπου από την δουλεία και τυραννία του διαβόλου διαβεβαίωσε ο Χριστός με ολοφάνερο τρόπο ήδη κατά την ιστορική παρουσία του στη γη. Θεραπεύοντας δηλαδή ο Χριστός τους φανερά δαιμονισμένους και κατά το σώμα, παρατηρεί ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, πιστοποιούσε «δια της φανερώς ενεργουμένης ταύτης ελευθερίας... την εν κρυπτώ κατά ψυχήν γινομένην ελευθερία» του άνθρώπου «εκ της του διαβόλου τυραννίδος».

Με την απελευθέρωση των δαιμονισμένων από τη δυναστεία του διαβόλου ο Χριστός γνωστοποιούσε στους ανθρώπους ότι αυτός είναι εκείνος που μπορεί να ελευθερώσει τις ψυχές από τη δουλεία τους στον πονηρό και να χαρίσει σ' αυτούς την αιώνια ελευθερία.

Η απελευθέρωση του άνθρώπου από την παραπάνω δουλεία δεν περιορίστηκε κατά τον Παλαμά στην περίοδο της επίγειας ζωής του Χριστού. Συνεχίζεται να πραγματώνεται στο πλαίσιο της Εκκλησίας με τον διπλό πάντοτε χαρακτήρα της, που αναφέρεται στην ψυχή και το σώμα του ανθρώπου.

Η ενανθρώπηση, ο θάνατος και η ανάσταση του Χριστού αποτελούν ιστορικά γεγονότα της ζωής του, που έχουν όμως απελευθερωτική σημασία για τον άνθρωπο.

Η μόνη δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος για να απελευθερωθεί από την δουλεία στην αμαρτία, τον πονηρό και τον θάνατο, είναι να μετάσχει μυστηριακώς στο θάνατο και την ανάσταση του Χριστού. Μετέχοντας ο άνθρωπος κατά μυστηριακό τρόπο στο ζωοποιό θάνατο και την ανάσταση του Χριστού με το βάπτισμα μετέχει στις οντολογικές προϋποθέσεις της ελευθερίας του και δέχεται πραγματικώς και χαρισματικώς την απελευθέρωσή του από την παραπάνω τριπλή δουλεία.

Όπως δηλαδή η ευθύνη του θανάτου εξαιτίας του Αδάμ πέρασε σ' όλους τους ανθρώπους, έτσι περνά κατά τον Παλαμά και η αιώνια ζωή, που είναι ζωή ελευθερίας, σ' όλους εκείνους, που αναγεννώνται πνευματικώς από τον Θεάνθρωπο.

Με την ίδρυση της Εκκλησίας ο Χριστός γίνεται η αστείρευτη πηγή της θείας χάριτος, που απελευθερώνει τον πιστό μέσω των μυστηρίων από την αμαρτία και τις συνέπειές της. Η απελευθερωτική χάρη του βαπτίσματος δεν χάνεται, όταν ο άνθρωπος αμαρτάνει και δεν αξιοποιεί την προσφορά του Θεού, γιατί τα χαρίσματα του Θεού είναι αμεταμέλητα, παραμένει όμως ανενεργός.

Ωστόσο, όταν με την δύναμη των μυστηρίων και την ανθρώπινη συνεργία διατηρείται αυτή η χάρη ενεργός, τούτο σημαίνει ταυτόχρονα και την παρουσία της πραγματικής ελευθερίας του. Αναφερόμενος ο Παλαμάς στο χωρίο του αποστόλου Παύλου, «ο γαρ νόμος του πνεύματος της ζωής ηλευθέρωσέ με από του νόμου της αμαρτίας και του θανάτου», παρατηρεί ότι η απελευθέρωση του ανθρώπου από την αμαρτία και τον θάνατο, που πραγματώνεται με τη δύναμη της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, παρέχει όχι μόνο αθανασία αλλά και αναμαρτησία.

Έχοντας ο άνθρωπος απελευθερωμένη τη φύση του από τα πάθη, τη φθορά και τον θάνατο και το φρόνημά του απελευθερωμένο από την αμαρτία μπορεί να κινείται στην περιοχή της πραγματικής ελευθερίας. Άλλωστε πραγματική ελευθερία χωρίς την οντολογική απελευθέρωση από την αμαρτία είναι ακατανόητη.

Με την ανάληψη του σαρκωθέντος και αναστάντος Λόγου του Θεού στους ουρανούς διασφαλίστηκε κατά τον Παλαμά η ελευθερία του ανθρώπου για την αιωνιότητα, αφού η κτιστή ανθρώπινη φύση εισήλθε με τον Χριστό στους κόλπους του Θεού Πατέρα.

Όπως δηλαδή με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου η φύση μας ενώθηκε υποστατικώς με τη θεία φύση και έγινε ομόθεη, έτσι και με την ανάληψη του Χριστού η φύση μας έγινε ομόθρονη, αφού ο Χριστός μ' αυτήν «εκάθισεν εν δεξιά της μεγαλωσύνης εν ουρανοίς».

Η ελευθερία όμως που παρέχεται από το Χριστό στο πλαίσιο της Εκκλησίας παρουσιάζει μια εξωτερική αντινομία, γιατί η ελευθερία αυτή εμφανίζεται ως ολοκληρωτική δουλεία στον Χριστό.

Η ολοκληρωτική δουλεία των πιστών στον Χριστό είναι μια εκούσια, δουλεία, που προκύπτει ως ανταπόκρισή τους στην προσφορά του Χριστού. Όταν όμως οι πιστοί προσφέρουν τη θέλησή τους στον Χριστό ενούμενοι ολοκληρωτικά μ' αυτόν, δεν σημαίνει ότι στερούνται την ελευθερία τους. Αντίθετα μάλιστα, οικειώνονται το πνεύμα του Χριστού.

Αλλά το πνεύμα του Χριστού, που παίρνουν οι άνθρωποι μέσα στην Εκκλησία, δεν είναι «πνεύμα δουλείας» αλλά «πνεύμα υιοθεσίας», πράγμα που σημαίνει κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά ότι είναι «πνεύμα ελευθερίας, ταυτό δ' ειπείν το πνεύμα το άγιον». Κατά συνέπεια, οικειούμενοι οι άνθρωποι εν Χριστώ το πνεύμα του Χριστού έχουν και βιώνουν την κατεξοχήν ελευθερία τους, αφού και κατά το βιβλικό χωρίο «ου το πνεύμα Κυρίου, ελευθερία».

Η ελευθερία αυτή, για την οποία μιλά ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους, αποκαλύπτεται κατά τον Παλαμά με το φως της θείας χάριτος.

Και επειδή, όπως λέχθηκε, το Άγιο Πνεύμα, ως πνεύμα Κυρίου, είναι πνεύμα όχι δουλείας αλλά πνεύμα υιοθεσίας και ελευθερίας, η ελευθερία των πιστών στο πλαίσιο της Εκκλησίας κατανοείται σωστά και πλήρως μόνο όταν συνδέεται άρρηκτα με τη χαρισματική υιοθεσία τους από τον Θεό.

Η χαρισματική υιοθεσία χαρακτηρίζει εκείνους που λυτρώθηκαν από τη δουλεία του διαβόλου και της αμαρτίας και πήραν την άκτιστη δύναμη να γίνουν κατά χάρη παιδιά του θεού. Όταν μιλάμε για χαρισματική υιοθεσία των πιστών, παρατηρεί ο Παλαμάς, αναφερόμαστε στην υιοθεσία τους από τον Θεό Πατέρα, που τους δόθηκε όμως κατά χάρη από τον Χριστό.

Με την άκτιστη χάρη του βαπτίσματος ο Χριστός αναγεννά πνευματικώς τους ανθρώπους και γίνεται κατά χάρη πατέρας τους, ο οποίος τους τρέφει πνευματικώς όχι μόνο με το σώμα και το αίμα του αλλά και με το πνεύμα του. Με τον τρόπο αυτό τους καθιστά «αείζωους» και κατά χάρη «υιούς αγαπητούς του ουρανίου Πατρός». Αλλά ως μέτοχος της άκτιστης θείας χάριτος ο υιοθετημένος από τον θεό άνθρωπος γίνεται κατά τον Παλαμά όχι μόνο «θέσει» υιός αλλά και πνεύμα. Εδώ όμως είναι απαραίτητη και μια διευκρίνιση του θεόπτη θεολόγου, που θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και για όσα θα πούμε στη συνέχεια για το χαρακτήρα της ελευθερίας.

Οι πιστοί με τη χαρισματική γέννησή τους από τον Θεό υιοθετήθηκαν πραγματικώς από αυτόν, δεν έγιναν όμως αμέσως και «ενεργεία» παιδιά του Θεού. Πήραν απλώς τη δύναμη να γίνουν παιδιά του Θεού στα έσχατα, κατά τη μέλλουσα δηλαδή βασιλεία του Θεού. «Πως δε ειπών ότι εκ του Θεού εγεννήθησαν», σημειώνει ο Παλαμάς, «ουκ ειπέν ότι και γεγόνασι τέκνα Θεού, αλλ' έλαβον δύναμιν γενέσθαι; Προς το τέλος και την αποκατάστασιν εκείνην βλέπων, την τελειότητα του μέλλοντος αιώνος».

Ποιος όμως είναι τελικώς ο χαρακτήρας της ελευθερίας των πιστών κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά; Επιγραμματικά θα λέγαμε ότι η ελευθερία των πιστών έχει οντολογικό και χαρισματικό χαρακτήρα, έχει ανθρωπολογικό και ταυτόχρονα θεολογικό περιεχόμενο με σαφή εσχατολογική προοπτική.

Αλλά πώς κατανοείται η σημασία των βασικών αυτών χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της ελευθερίας στο πλαίσιο της Εκκλησίας;

Απ' όσα είπαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου μας έγινε φανερός ο οντολογικός χαρακτήρας της ελευθερίας του ανθρώπου ως προς την ανθρωπολογική του διάσταση. Λέχθηκε ήδη ότι το αυτεξούσιο του άνθρώπου αποτελεί θεμελιώδες οντολογικό γνώρισμα του κατ' εικόνα.

Στο πλαίσιο της Εκκλησίας και συγκεκριμένα με το βάπτισμα το φθαρμένο και συσκοτισμένο από την πτώση αυτεξούσιο του ανθρώπου όχι μόνο εξυγιαίνεται και ανακαινίζεται, αλλά εμπλουτίζεται χαρισματικώς με την ελευθερία του Αγίου Πνεύματος. Έτσι όμως η ελευθερία του ανθρώπου αποκτά εκτός από το ανθρωπολογικό και θεολογικό κατά κυριολεξία περιεχόμενο.

Ο άνθρωπος δηλαδή ως πιστός έχει φυσική και χαρισματική ελευθερία.

Ποιος είναι όμως αναλυτικότερα ο χαρακτήρας της χαρισματικής αυτής ελευθερίας και ποια είναι η σχέση της με την κατά φύση ανθρώπινη ελευθερία;

Η χαρισματική ελευθερία του ανθρώπου σύμφωνα με την πνευματική εμπειρία της Εκκλησίας, που μας καταθέτει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, έχει οντολογική ύπαρξη, γιατί αποτελεί συγκεκριμένη άκτιστη ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Ερμηνεύοντας ο Παλαμάς το χωρίο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, «πνεύμα υιοθεσίας, αληθείας, ελευθερίας, πνεύμα σοφίας, συνέσεως, βουλήσεως, ισχύος, γνώσεως, ευσεβείας, φόβου Θεού. και γαρ ποιητικόν τούτων απάντων», και στρεφόμενος άμεσα κατά του Ακινδύνου σημειώνει απερίφραστα τον άκτιστο χαρακτήρα της ελευθερίας, χαρακτηρίζοντας την ελευθερία ως μία από τις οικείες, φυσικές και έμφυτες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος, που παρέχονται από τον Θεό στον πιστό μυστηριακώς εντός της Εκκλησίας.

Έτσι η βιβλική μαρτυρία, «ου το πνεύμα Κυρίου, ελευθερία», σημαίνει ότι η χαρισματική παρουσία του Αγίου Πνεύματος στον πιστό αποτελεί παρουσία της άκτιστης ελευθερίας.

Εδώ όμως τίθεται εύλογα το ερώτημα: Όταν ο άνθρωπος οικειώνεται την ελευθερία ως φυσική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, τί γίνεται η δική του ελευθερία ως ενέργεια του αυτεξουσίου του;

Καταργείται, παραμερίζεται, ατονεί ή διατηρεί πλήρως την ιδιαιτερότητά της; Αν καταργείται, δεν ακρωτηριάζεται η ανθρώπινη προσωπικότητα; Και αν πάλι παραμένει, πώς συμβιβάζονται δύο ελευθερίες στο ίδιο πρόσωπο και μάλιστα η μία άκτιστη και η άλλη κτιστή; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό τη δίνει έμμεσα ο Τόμος του 135145 με την αναφορά του στον Όρο της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου για τις δύο θελήσεις του Χριστού.

Οι δύο θελήσεις του Χριστού σύμφωνα με τον Όρο ενώθηκαν, όπως και οι φύσεις του, «αδιαιρέτως, ατρέπτως, αμερίστως, ασυγχύτως», πράγμα που διασφαλίζει την ενότητα και την ιδιαιτερότητα των δύο θελήσεων.

Οι θελήσεις του Χριστού, ενώ παραμένουν αδιαίρετα ενωμένες και διατηρούν «ατρέπτως και ασυγχύτως» τα φυσικά χαρακτηριστικά και την ιδιαιτερότητά τους, δεν αντίκεινται μεταξύ τους, αλλά η ανθρώπινη ακολουθεί και υποτάσσεται στη θεία. Αυτή ακριβώς η υποταγή της ανθρώπινης θελήσεως στη θεία θέληση αποτελεί και έκφραση της αναμαρτησίας του Χριστού.

Κατά συνεπεία η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα έχει χριστολογική βάση. Η ύπαρξη των δύο φυσικών αυτεξουσίων και θελήσεων στον Χριστό εξαιτίας της υποστατικής ενώσεως των δύο φύσεών του θεμελιώνει και την ύπαρξη των δύο ελευθεριών και θελημάτων στους πιστούς εξαιτίας της χαρισματικής και οντολογικής εντάξεώς τους στο μυστηριακό και θεωμένο σώμα του.

Εδώ όμως θα πρέπει να υπογραμμίσουμε και την θεμελιώδη διαφορά του πιστού από τον Χριστό.

Ο πιστός έχει ως ίδιο της φύσεώς του μόνο την ανθρώπινη θέληση και ελευθερία. Η άλλη θέληση και ελευθερία του είναι άκτιστη φυσική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, την οποία οικειώνεται και διατηρεί μόνο κατά χάρη.

Αλλά η σχέση των δύο φυσικών αυτεξουσίων και θελήσεων του Χριστού παρέχει το μέτρο και το βαθμό, προς τον οποίο οφείλει να αποβλέπει η σχέση της ανθρώπινης θελήσεως και ελευθερίας με την άκτιστη θέληση και ελευθερία του Τριαδικού Θεού.

Η σχέση αυτή πρέπει να είναι σχέση υποταγής της ανθρώπινης ελευθερίας στη χαρισματική ελευθερία, που παρέχεται στον πιστό ενόσω παραμένει ζωντανό μέλος του μυστηριακού σώματος του Χριστού.

Η άσκηση των αρετών με την ελεύθερη και αγαπητική τήρηση των εντολών από την μία και κατεξοχήν η ελεύθερη και συνειδητή μετοχή του πιστού στα μυστήρια της Εκκλησίας από την άλλη αποτελούν τον πιο συγκεκριμένο τρόπο, με τον οποίο ο πιστός υποτάσσει την κτιστή θέληση και ελευθερία του στην άκτιστη θέληση και ελευθερία του Θεού.

Η υποταγή του ανθρώπου στο θέλημα του θεού παρά την φαινομενική αντινομία της προς την ελευθερία αποτελεί πρακτικώς το συνειδητό άνοιγμα του ανθρώπου στην πραγματική ελευθερία του.

Με τον τρόπο αυτόν ο πιστός γίνεται μέτοχος στην ίδια την άκτιστη ζωή του Χριστού, που είναι ζωή ελευθερίας εν Αγίω Πνεύματι. Κατά συνέπεια, η εν Χριστώ ελευθερία του πιστού είναι χαρισματική ελευθερία και μάλιστα στο μέτρο υποταγής της ανθρώπινης ελευθερίας στην άκτιστη ελευθερία του Θεού.

Είναι λοιπόν φανερό ότι η εν Αγίω Πνεύματι ελευθερία των πιστών δεν αποτελεί μια ασαφή, νεφελώδη και αόριστη πραγματικότητα. Αντίθετα είναι μια σαφής και πολύ συγκεκριμένη ενέργεια του Τριαδικού Θεού, που χαρακτηρίζει μια κατά μέθεξη χαρισματική και άκτιστη πραγματικότητα, η οποία νοηματοδοτεί όλες τις εκδηλώσεις και την όλη ζωή του πιστού.

Στο πλαίσιο της Εκκλησίας δίνονται μερικά βασικά στοιχεία που περιγράφουν, χωρίς όμως και να εξαντλούν τα όρια φανερώσεως και τα όρια εκτροπής αυτής της ελευθερίας. Έτσι, το Ευαγγέλιο δίνει τους δείκτες που σηματοδοτούν τη ζωή της ελευθερίας, γι' αυτό και χαρακτηρίζεται από τον απόστολο Ιάκωβο ως «τέλειος νόμος της ελευθερίας», με βάση τον οποίο άλλωστε θα ανακριθεί και θα κριθεί η όλη ζωή των πιστών στη μέλλουσα κρίση.

Αναφερόμενος ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην παραπάνω βιβλική μαρτυρία σημειώνει ερμηνευτικώς ότι το Ευαγγέλιο είναι όχι μόνο «νόμος ελευθερίας» αλλά και «νόμος της χάριτος».

Οι δύο αυτοί χαρακτηρισμοί του Ευαγγελίου ως νόμου της χάριτος και νόμου της ελευθερίας υποδηλώνουν, έμμεσα πλην σαφώς, ότι το Ευαγγέλιο δεν αποτελεί κώδικα νομικών επιταγών που καλούν σε συμμόρφωση με την απειλή της τιμωρίας, αλλά ότι είναι ένα πλαίσιο που οριοθετεί τη ζωή των πιστών και την προσανατολίζει σταθερά στην πηγή της πραγματικής ελευθερίας, που είναι ο Τριαδικός Θεός.

Στο σημείο όμως αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η εν Χριστώ ελευθερία των πιστών έχει εσχατολογική προοπτική. Η ολοκλήρωση και η τελείωσή της βρίσκεται στα έσχατα. ‘Όπως είναι γνωστό από την εμπειρία της Εκκλησίας μας, τα έσχατα είναι και παρόντα, και ως παρόντα βιώνονται κατεξοχήν στα μυστήρια. Έτσι, οι πιστοί και στην παρούσα ζωή ζουν βεβαίως την χαρισματική ελευθερία ως πρόγευση και αρραβώνα της εσχατολογικής ελευθερίας τους.

Αλλά η εν Αγίω Πνεύματι ελευθερία στην πληρότητά της θα βιωθεί και θα φανερωθεί μετά την ανάσταση των νεκρών, στη μέλλουσα βασιλεία του θεού, όπου οι πιστοί θα συνθέτουν τα ένδοξα μέλη του μυστηριακού σώματος του Χριστού, και θα γίνονται όλο και περισσότερο δεκτικοί του Αγίου Πνεύματος τελειούμενοι ατελευτήτως.

Συνοψίζοντας όσα αναφέραμε στο σύντομο αυτό άρθρο μας μπορούμε επιγραμματικά να πούμε ότι η ελευθερία του ανθρώπου ως οντολογικό γνώρισμα του κατ' εικόνα μπορεί κατά χάρη να αποκτά και άκτιστο χαρακτήρα με εσχατολογική προοπτική, όταν εμπλουτίζεται σταθερά με την άκτιστη ελευθερία του Θεού.

Η άκτιστη αυτή ελευθερία βρίσκεται οντολογικώς εκεί όπου βρίσκεται και η χαρισματική παρουσία του Αγίου Πνεύματος.

Το Άγιο Πνεύμα παρέχει την χαρισματική ελευθερία, που οικειώνεται μεν με τα μυστήρια, ενεργοποιείται όμως και βιώνεται συνειδητά, όταν ο πιστός υποτάσσει με την τήρηση των εντολών εκούσια και συνεχώς την κτιστή ελευθερία του στην άκτιστη ελευθερία του Θεού.

Τέλος, η Εκκλησία αποτελεί το πλαίσιο πραγματώσεως της αληθινής ελευθερίας του άνθρώπου, επειδή αυτή αποτελεί τον χώρο οικειώσεως, βιώσεως και φανερώσεως της χαρισματικής παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, το οποίο και εγγυάται στον άνθρωπο την πραγματική ελευθερία, αφού κατά τη βιβλική μαρτυρία «ου το πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία».

http://www.impantokratoros.gr/631172AA.el.aspx



Eλευσίνια Mυστήρια.

Eλευσίνια Mυστήρια.
Τα Ελευσίνια Μυστήρια περιστρέφονταν γύρω από μια θεότητα, η οποία πολύ νωρίς, πρώτη ίσως από όλους τους άλλους θεούς, προσείλκυσε την προσοχή του ανθρώπου. Μολονότι οι περισσότεροι από τους αρχαίους λαούς φαντάζονταν τους θεούς τους να κατοικούν στον ουρανό, η θεότητα της γης είναι πολύ παλαιότερη.Αποκαλούμενη στην αρχή Γαία, με το πέρασμα των αιώνων, απέκτησε το όνομα Δήμητρα, το οποίο πιθανότατα σημαίνει «Γη μήτηρ». Η λατρεία της Δήμητρας, με καθαρά αγροτικό χαρακτήρα, συνδεδεμένη με τον κύκλο των εργασιών από τη σπορά ως τη συγκομιδή, είχε ευρύτατη διάδοση σε όλο τον ελληνισμό από τον μικρασιατικό έως τον ιταλιωτικό χώρο. Έχοντας ως αφετηρία τις εύφορες πεδιάδες της νότιας Θεσσαλίας, εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα.Τα Θεσμοφόρια, τα Σκίρα, τα Αλώα είναι μερικές από τις μεγάλες γιορτές που διοργανώνονταν στον ελλαδικό χώρο προς τιμήν της θεάς της γονιμότητας. Όμως η λαμπρότερη γιορτή προς τιμήν της Δήμητρας γινόταν στην Ελευσίνα, στο περίφημο ιερό, όπου τελούνταν τα πιο σημαντικά μυστήρια της αρχαιότητας, στα οποία η Δήμητρα λατρευόταν ως πανίσχυρη, χθόνια και γονιμική θεά.Οι μυστικές αυτές τελετές φαίνεται ότι ήταν μέρος της λατρείας των Προελλήνων κατοίκων της Αιγαιίδας, των Πελασγών, των οποίων η θρησκεία περιστρεφόταν γύρω από τη γη, τις χθόνιες θεότητές της, το μυστήριο της ζωής και του θανάτου και της μετά θάνατον ζωής. Μετά την κάθοδο των ελληνικών φύλων, των Αχαιών και των Ιώνων, οι οποίοι λάτρευαν τους ουράνιους θεούς, οι Πελασγοί ζήτησαν να προστατέψουν τις θρησκευτικές παραδόσεις και τη λατρεία τους από τη βεβήλωση των αλλόθρησκων κατακτητών και γι’ αυτό χρησιμοποίησαν το σκότος της νύχτας. Τη μη ελληνικότητα των μυστηρίων μαρτυρούν και λέξεις μη ελληνικές, όπως παιξ, κογξ, βαυβώ (η μητρική κοιλιά), ευοί σαβοί (προσφωνήσεις προς τον Διόνυσο). Τα μυστήρια λοιπόν της Ελευσίνας είναι η θρησκεία των κατακτηθέντων Πελασγών, οι τελετές της οποίας, εξαιτίας του φόβου των επιδρομέων γίνονταν σε μυστικές συναθροίσεις. Αν και αρχικά η θρησκεία των προελληνικών φύλων υπέστη τους διωγμούς των κατακτητών, με το πέρασμα του χρόνου οι θρησκευτικές τελετές και δοξασίες κατακτητών και κατακτημένων αφομοιώθηκαν.Πριν από την κάθοδο των ελληνικών φύλων, τα Ελευσίνια Μυστήρια υπάγονταν στη δικαιοδοσία των προελληνικών βασιλικών οίκων της περιοχής. Γύρω στον 7ο αιώνα π.Χ. εξερράγησαν μακροχρόνιοι πόλεμοι μεταξύ Αθηναίων και Ελευσινίων, κατά τη διάρκεια των οποίων έπεσαν ο στρατηγός των Ελευσινίων, Ιμάραδος και ο βασιλιάς των Αθηναίων, Ερεχθεύς. Τελικά οι Ελευσίνιοι ηττήθηκαν, η βασιλεία τους καταλύθηκε και η Ελευσίνα έγινε ένας από τους δήμους της Αττικής. Οι Αθηναίοι ανέλαβαν τη διοίκηση και την εποπτεία των μυστηρίων, όμως η Ελευσίνα παρέμεινε η κύρια κοιτίδα τους, ενώ τα ιερατικά αξιώματα και η ευθύνη για τη διοργάνωση των τελετών έμεινε στα χέρια των βασιλικών γενών των Ελευσινίων, των Ευμολπιδών, στους οποίους ανήκε πάντα ο ανώτατος λειτουργός, ο ιεροφάντης και των Κηρύκων, από τους οποίους προερχόταν ο δαδούχος.
Ο μύθος
Αντιπροσωπεύοντας τις δυνατότητες της αγροτικής θρησκείας στην επίτευξη της γενικότερης ανθρώπινης ευτυχίας, τα Ελευσίνια Μυστήρια είχαν σαφή εσχατολογική διδασκαλία. Σύμφωνα με τον λεγόμενο ομηρικό ύμνο στη Δήμητρα, ο οποίος είναι ερμηνευτικός της γενικότερης λατρείας της θεάς, στην Ελευσίνα, γνωρίζουμε ότι εκτός από τη Δήμητρα πρωταγωνιστική μορφή των μυστηρίων ήταν η Κόρη, η Περσεφόνη, αντιπροσωπεύοντας το κατεξοχήν πνεύμα της βλάστησης που εξαφανίζεται από την επιφάνεια της γης και επανέρχεται σ’ αυτήν ύστερα από καθορισμένη χρονικά παραμονή της στον Κάτω Κόσμο. Όπως εξιστορεί ο ομηρικός ύμνος, η Περσεφόνη, η κόρη της Δήμητρας, έπαιζε, μαζεύοντας λουλούδια στους κάμπους της Ελευσίνας, με τις Ωκεανίδες νύμφες, τις κόρες του Ωκεανού. Εκεί την απήγαγε ο Άδης-Πλούτων, ο θεός-βασιλιάς του Κάτω Κόσμου, και τη μετέφερε στο βασίλειο των νεκρών, όπου την έκανε βασίλισσά του. Τρελή από τη λύπη για την εξαφάνιση της κόρης της, η Δήμητρα περιπλανιόταν για εννιά μέρες και τη δέκατη, από τη θεά Εκάτη και τον θεό Ήλιο, έμαθε ότι η κόρη της είχε απαχθεί από τον Άδη - Πλούτωνα με τη συγκατάθεση του Δία. Πικραμένη και εξοργισμένη, μεταμορφώθηκε σε φτωχή, γριά ζητιάνα και αποσύρθηκε στην Ελευσίνα, όπου βρήκε φιλοξενία στο αρχοντικό του βασιλικού ζεύγους, του Κελεού και της Μετάνειρας. Κατά την παραμονή της στην Ελευσίνα, η Δήμητρα ανέλαβε την ανατροφή του Δημοφώντα, του μικρού γιου του Κελεού, τον οποίο αποπειράθηκε να καταστήσει αθάνατο, τρέφοντάς τον με αμβροσία και βάζοντάς τον κρυφά τη νύχτα σε φωτιά, προκειμένου να καταστρέψει τις θνητές σάρκες του. Το έργο όμως της αθανασίας του Δημοφώντα ματαιώθηκε, όταν η μητέρα του ανακάλυψε έντρομη τις ενέργειες της γηραιάς παραμάνας, οπότε η Δήμητρα φανερώθηκε στην αληθινή της υπόσταση. Παρέμεινε ωστόσο θλιμμένη για την εξαφάνιση της κόρης της και μαζί της η γη άκαρπη, μέχρις ότου ο Δίας, σε μια προσπάθεια συμβιβασμού της κατάστασης, καθόρισε η Περσεφόνη να μένει στον Κάτω Κόσμο το 1/3 του χρόνου και τα υπόλοιπα 2/3 να τα περνάει με τη μητέρα της. Εξευμενισμένη, τότε, η Δήμητρα και προτού επιστρέψει στον Όλυμπο, βαθιά ευγνώμων στους Ελευσίνιους για τη φιλοξενία τους, δίδαξε στους τέσσερις βασιλείς τους, τον Τριπτόλεμο, τον Διοκλή, τον Εύμολπο και τον Κελεό, τα μυστήρια της λατρείας της, για τα οποία αξίωσε απόλυτη μυστικότητα, υποσχόμενη αιώνια ευημερία στην πόλη.
Τα Μυστήρια στους Αθηναίους
Η μεγάλη αίγλη των Ελευσινίων Μυστηρίων συμπίπτει με την ανάληψη της επιμέλειάς τους από τους Αθηναίους. Οι μυστηριακές θρησκευτικές τελετουργίες προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης έλαβαν λαμπρή μορφή την περίοδο της τυραννίας των Πεισιστρατιδών, οι οποίοι φιλοδοξούσαν έτσι να εξωραΐσουν και να νομιμοποιήσουν την εξουσία τους, αλλά στο απόγειο της ακμής τους έφθασαν κατά τη χρυσή εποχή της αθηναϊκής δημοκρατίας, τον 5ο αιώνα π.Χ. Οι Αθηναίοι περιέβαλαν τότε τα μυστήρια με εξαιρετική λαμπρότητα, αφενός για πολιτικούς λόγους και συγκεκριμένα για την ηθική τόνωση της ηγεμονίας τους και αφετέρου για οικονομικούς σκοπούς, σχετικούς με την εισροή χρήματος στην πόλη από τις πολυπληθείς αφίξεις των ξένων που έφθαναν για να παρακολουθήσουν τις τελετές. Ψήφισμα των Αθηναίων της περιόδου του Περικλή καθορίζει υπέρ του ιερού της Ελευσίνας ποσοστά από τους Αθηναίους γαιοκτήμονες, τους συμμάχους και τους κληρούχους και καλεί όλους τους Έλληνες σε καταβολή δωρεών, με αντάλλαγμα την ελεύθερη πρόσοδο στα Μυστήρια. Από τότε, σε αντίθεση με άλλες μυστηριακές θρησκευτικές τελετές, οι οποίες περιορίζονταν στα μέλη μιας οικογένειας, ενός γένους ή μιας φατρίας, τα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν ανοιχτά σε όλους τους Έλληνες, ακόμη και σε δούλους, εάν μιλούσαν την ελληνική γλώσσα και στη συνέχεια στους Ρωμαίους, ενώ από την εποχή των Περσικών Πολέμων, όταν οι Πέρσες εσύλησαν και κατέκαψαν όλα τα ιερά των Αθηνών, αποκλείονταν οι βάρβαροι. Αποκλείονταν επίσης οι διαπράξαντες εγκλήματα και διάφορες ιερόσυλες πράξεις, όσο υψηλό αξίωμα και αν είχαν, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον αυτοκράτορα Νέρωνα, στον οποίο δεν επετράπη η συμμετοχή.Από την εποχή της προσάρτησης της Ελευσίνας στην Αθήνα, τα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν διττά. Υπήρχαν τα Μικρά Μυστήρια, τα οποία τελούνταν στην Αθήνα, στο προάστιο Άγρα, κατά τον μήνα Ανθεστηριώνα (Φεβρουάριο), και τα Μεγάλα, τα κυρίως Ελευσίνια Μυστήρια, που τελούνταν στην Ελευσίνα, από τη δέκατη πέμπτη ως την εικοστή τρίτη μέρα του μήνα Βοηδρομιώνα (από το τέλος Σεπτεμβρίου ως τις αρχές Οκτωβρίου), την εποχή δηλαδή της σποράς και κάθε τέταρτο έτος περιελάμβαναν μια εξαιρετικά λαμπρή εορτή που λεγόταν πεντετηρίς.

Τα Μεγάλα Μυστήρια
Οι προπαρασκευές για τα Μεγάλα Μυστήρια διαρκούσαν εννέα ημέρες, οι οποίες συμβολίζουν τις πρώτες εννιά μέρες των περιπλανήσεων της Δήμητρας. Αρκετό καιρό πριν από την τέλεση των Μυστηρίων, οι Αθηναίοι έστελναν σε όλη την Ελλάδα κήρυκες που ανήκαν στα δύο ιερατικά γένη, των Ευμολπιδών και των Κηρύκων, οι οποίοι εκόμιζαν σπονδές, δίμηνη δηλαδή εκεχειρία, εάν η Αθήνα βρισκόταν σε πόλεμο με άλλες ελληνικές πόλεις. Οι ξένοι που συνέρρεαν ήταν πολυπληθείς και έτσι τα Ελευσίνια Μυστήρια αποτέλεσαν πανελλήνια εορτή.Τη 14η Βοηδρομιώνος, οι ιερείς και οι ιέρειες της θεάς στην Ελευσίνα έβγαζαν από το ιερό της τα μυστικά ιερά, τα οποία φυλάσσονταν σε μια κίστη, ένα καλάθι πλεκτό από κλαδιά ιτιάς ή λυγαριάς, εντελώς καλυμμένα και αθέατα και, γι’ αυτό τον λόγο, αγνοούμε μέχρι σήμερα τι αντικείμενα περιείχε η κίστη. Μετά τις προκαταρκτικές θυσίες, τα ιερά φέρονταν, διαμέσου της Ιεράς Οδού, σε πομπή προς την Αθήνα, όπου για την προϋπάντησή τους κατέβαινε όλη η πόλη, οι αρχές, οι ιερείς, ο λαός, συνοδεύοντάς τα μέχρι το εν άστει ιερό των Ελευσινίων θεοτήτων, στη νοτιοδυτική πλευρά της Ακρόπολης. Τη 15η Βοηδρομιώνος, ο άρχων βασιλεύς, ο οποίος είχε την ανώτατη επιμέλεια και εποπτεία των μυστηρίων, καλούσε τον λαό σε πανηγυρική συγκέντρωση στην Αγορά, στην Ποικίλη Στοά, όπου γινόταν η πρόρρησις, η επίσημη προκήρυξη, με την οποία καλούνταν να μετάσχουν στις ιερές εκδηλώσεις, όλοι, εκτός εκείνων που είχαν διαπράξει κάποιο σοβαρό έγκλημα.Τη 16η Βοηδρομιώνος, οι μύστες κατέβαιναν να λουστούν στη θάλασσα του Φαλήρου ή του Πειραιώς. Ήταν το μέγα καθαρτήριο βάπτισμα πριν από τη συμμετοχή τους στις ιερές τελετές, ενώ τη 17η Βοηδρομιώνος τελούνταν στο Ιερό της θεάς, στην Αθήνα, μεγάλη θυσία και την επόμενη μέρα γίνονταν τα Επιδαύρια ή Ασκληπιεία, προς τιμήν του θεού Ασκληπιού, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, είχε μυηθεί στα Μυστήρια.Τη 19η Βοηδρομιώνος, οι αρμόδιοι ιερείς παρελάμβαναν από το εν άστει ιερό, τα ιερά αντικείμενα και στη συνέχεια, σε πομπή, ακολουθούμενοι από πολυάριθμο πλήθος, μετέβαιναν στο Ιακχείο, στο Δίπυλο, όπου παρελάμβαναν το ξόανο του Ίακχου, προστάτη θεού της πόλης, και αυστηρώς αθηναϊκής θεότητας και στη συνέχεια, όλη η πομπή, αφού εξερχόταν από την Ιερά Πύλη, κατευθυνόταν προς την Ελευσίνα διαμέσου της Ιεράς Οδού.Πολύ αργά, το βράδυ, η πομπή έφθανε στην Ελευσίνα, όπου στην αρχή του Θριασίου Πεδίου, οι Κροκωνίδες, απόγονοι του πανάρχαιου βασιλιά Κρόκωνος, ασκώντας προνόμιό τους που χάνεται στα βάθη των αιώνων, έδεναν με νήμα το δεξί χέρι με το αριστερό πόδι κάθε μύστη, πράξη αποτρεπτική για οποιοδήποτε κακό. Λίγο πιο κάτω, στη γέφυρα του ελευσίνιου ποταμού Κηφισού, οι πιστοί αντάλλασσαν μεταξύ τους αισχρολογίες και άσεμνα αστεία, σε απομίμηση των πρόστυχων πειραγμάτων της Ιάμβης, υπηρέτριας στο αρχοντικό του Κελεού, η οποία κατόρθωσε να προκαλέσει το γέλιο στη θλιμμένη Δήμητρα, ένα έθιμο οργιαστικού χαρακτήρα που ανάγεται στο αρχαιότερο στρώμα της λατρείας της θεάς.
Άλυτο το μυστήριο των τελετών
Μετά την πανηγυρική άφιξη της πομπής στην πόλη, οι μύστες αναπαύονταν όλη την υπόλοιπη νύκτα και την ημέρα που ακολουθούσε, για να λάβουν μέρος στις μυστικές τελετές, την αρχή της νύκτας της 21ης Βοηδρομιώνος. Οδηγούμενοι από τον ιεροφάντη και τον δαδούχο, οι μύστες εισέρχονταν στο Τελεστήριο, όπου ξεκινούσαν οι τελετές. Το περιεχόμενο των τελετών παραμένει πάντως ως τις μέρες μας άλυτο μυστήριο, καθώς από τους συμμετέχοντες τηρούνταν απόλυτη μυστικότητα και η πολιτεία επέβαλλε σ’ αυτούς που την παραβίαζαν την ποινή του θανάτου. Συγκεκριμένα, ο Διαγόρας ο Μήλιος, ο οποίος διακωμώδησε τα Μυστήρια επικηρύχθηκε από τους Αθηναίους για δύο τάλαντα για τη σύλληψή του και για ένα τάλαντο για τον θάνατό του. Ο Αλκιβιάδης, κατηγορούμενος για παρωδία των Μυστηρίων, καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, ο τραγικός ποιητής Αισχύλος, κατηγορούμενος ότι σε τραγωδίες αποκάλυψε κάποια από τα απόρρητα, κινδύνευσε μεν αλλά απαλλάχθηκε, ο ρήτορας Ανδοκίδης μόλις διέφυγε την ποινή του θανάτου και ο Πλάτωνας μιλούσε για τα Μυστήρια με μεγάλη επιφύλαξη.Οι πενιχρές μαρτυρίες για το περιεχόμενο των Τελετών προέρχονται κυρίως από Χριστιανούς συγγραφείς, οπότε δεν θα πρέπει να θεωρηθούν απόλυτα έγκυρες και αξιόπιστες, δεδομένης της προκατάληψης και της εχθρότητας, με την οποία αντιμετώπιζαν οι Χριστιανοί τις ειδωλολατρικές τελετές των εθνικών.Από τις ελάχιστες πάντως μαρτυρίες που μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστες και από παραστάσεις έργων τέχνης, το σύνολο των νεώτερων ερευνητών έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα τεκταινόμενα στα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν δρώμενα, τα οποία αναπαριστούσαν με δραματικό τρόπο τον μύθο της Δήμητρας και της Κόρης. Μια πιθανή αναπαράσταση της τελετής μπορεί να περιγραφεί ως εξής: Ο ιεροφάντης, υποδυόμενος τον Πλούτωνα, άρπαζε την ιέρεια της Δήμητρας, που υποδυόταν την Κόρη και παρά τη θέλησή της, την οδηγούσε στον Άδη, όπου τελούνταν ο ιερός γάμος τους. Ακολουθούσαν οι περιπλανήσεις της τραγικής μητέρας, η δεξίωση του Κελεού, η άνοδος της Κόρης από τον Άδη, με τη συνοδεία του Ερμή, τον οποίο υποδυόταν ο ιερός κήρυξ των μυστηρίων, η συνάντηση μητέρας και κόρης μέσα σε άπλετο φως από τις δάδες που θα κράδαιναν οι μύστες και τέλος η αποδημία του Τριπτόλεμου, στον οποίο η Δήμητρα ανέθεσε την ιερή αποστολή να διδάξει στους ανθρώπους τον τρόπο καλλιέργειας της γης.
Εναλλαγή φωτός και σκότους
Το ερώτημα που έχει απασχολήσει τους περισσότερους μελετητές των Μυστηρίων είναι πού ακριβώς τελούνταν αυτές οι δραματικές παραστάσεις. Ο Φουκάρ, στηριζόμενος σε διάφορες μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων, κυρίως του Αριστοφάνη, πιστεύει ότι κατά τη διάρκεια της τελετής υπήρχε έντονη εναλλαγή σκότους και φωτός. Φαντάζεται το δάπεδο διαιρεμένο σε πολλά τμήματα, καθοριζόμενα από τους κίονες, με το καθένα από αυτά να αναπαριστά ένα τμήμα του Άδη. Έτσι, στον κάτω όροφο, οι μύστες έβλεπαν τον σκοτεινό και ζοφερό Άδη, με τα βάσανα και τις δοκιμασίες των ανθρώπων που δεν είχαν μυηθεί στα Μυστήρια, ενώ ξαφνικά φωτιζόταν και εμφανιζόταν στα μάτια τους ο επάνω όροφος με τα κατάφωτα Ηλύσια Πεδία και τους χορούς των μυημένων στα Μυστήρια της Θεάς. Για τη δημιουργία ισχυρότατων εντυπώσεων και δραματικών συναισθημάτων στους μύστες, ο Φουκάρ δέχεται και τη χρήση μηχανημάτων, για την ύπαρξη όμως των οποίων δεν συνηγορεί καμιά αρχαία μαρτυρία. Σε αντίθεση με τον Φουκάρ, ο Νόακ δεν δέχεται την ύπαρξη δύο ορόφων και πιστεύει ότι το Τελεστήριο ήταν ενιαίο. Αποκλείει επίσης την ενεργό συμμετοχή των μυστών στα δρώμενα, αλλά δέχεται την κατάσταση των παθών, τις διεγέρσεις του τρόμου και της φρίκης, εντυπώσεις συγκλονιστικές και βασανιστικές για τους συμμετέχοντες στις τελετές. Κατά τον Νόακ, τα δρώμενα δεν ήταν δράμα, με την κανονική έννοια του όρου, αλλά μόνο στοιχεία δράματος, στερούμενα ουσιαστικά διαλόγων και τελούμενα ως παντομίμες. Συγκεκριμένα, τα παιχνίδια της Κόρης με τις φίλες της, πριν από την αρπαγή, είχαν τη μορφή κύκλιου χορού, εκτελούμενου από τις ιέρειες της θεάς, στην Ελευσίνα. Η αρπαγή συνοδευόταν από την απότομη συσκότιση της αίθουσας, συμβολική του κόσμου των νεκρών, ενώ στη συνέχεια, με την επάνοδο του φωτός, η θλιμμένη μητέρα, την οποία υποδυόταν η ιέρεια της θεάς θα διερχόταν, θρηνώντας γοερά, και τις τέσσερις πλευρές της αίθουσας και σταθμεύοντας σε καθεμία από αυτές, ώστε να γίνεται από όλους ορατή.
Το στάχυ του αδύτου
Τη μύηση και την τελετή ακολουθούσε η εποπτεία, η οποία αποτελούσε την τρίτη και την υψηλότερη βαθμίδα των Μυστηρίων και τελούνταν τη νύχτα της 22ας Βοηδρομιώνος. Κατά τον Ιππόλυτο, χριστιανό συγγραφέα του 2ου αιώνα μ.Χ., κεντρικό σύμβολο της εποπτείας ήταν ένα στάχυ, το οποίο φυλασσόταν στο άδυτο του Τελεστηρίου και αφού θεριζόταν τελετουργικά από ένα σιωπηλό θεριστή, τον ιεροφάντη, επιδεικνυόταν με μεγάλη επισημότητα στους πιστούς, σύμβολο της ανεξάντλητης δημιουργικής δύναμης της μητέρας γης. Σύμφωνα με άλλους ερευνητές, στο Τελεστήριο φυλάσσονταν ομοιώματα γεννητικών οργάνων, μολονότι πράξεις οργιαστικού χαρακτήρα δεν συνάδουν με την εγκράτεια, τη νηστεία και την αυστηρή καθαρότητα που έπρεπε να τηρούν οι μύστες κατά την περίοδο των Μυστηρίων.Την επόμενη μέρα της εποπτείας και τελευταία ημέρα των Μυστηρίων, γίνονταν μέσα στο ιερό τέμενος χοές προς τιμήν των νεκρών, κατά τις οποίες κάθε μύστης ελάμβανε δύο αγγεία γεμάτα από ένα άγνωστο υγρό και το έχυνε, ψιθυρίζοντας κάποια συμβολικά λόγια, μια τελετή που σχετίζεται με παλαιότερες γεωργικές λατρείες. Από τη χρήση των αγγείων αυτών, η τελευταία ημέρα των Μυστηρίων ονομαζόταν πλημοχόη. Ακολουθούσαν εκδηλώσεις με τραγούδια και χορούς και στη συνέχεια το ξόανο του Ίακχου επέστρεφε στην Αθήνα, πάλι με τη συνοδεία πομπής.Όπως οι περισσότεροι από τους γενάρχες πιστευόταν ότι ήταν υιοί θεών, έτσι λεγόταν ότι ο Εύμολπος, αρχηγός του γένους των Ευμολπιδών, ήταν γιος του Ποσειδώνα. Κατά την παράδοση, ο Εύμολπος είναι ο ιδρυτής των Ελευσινίων Μυστηρίων και κατείχε το αξίωμα του ανώτατου αρχιερέα, το οποίο κληροδοτούνταν από γενιά σε γενιά του οίκου. Το γένος των Ευμολπιδών ήταν από τα επιφανέστερα στην Ελευσίνα και συγκαταλεγόταν στις πιο ευγενείς οικογένειες των Αθηνών, ασκώντας μεγάλη επιρροή στα κοινά. Οι Ευμολπίδες είχαν κληρονομικά δικαιώματα, κατοχυρωμένα από την πολιτεία για τη διοίκηση και την επιμέλεια των Μυστηρίων, ενώ κατείχαν και δικαστική εξουσία, αποτελώντας δικαστικό σώμα, το οποίο έκρινε δίκες θρησκευτικής φύσης, κυρίως ασέβειας προς τα Μυστήρια.

Το τέλος των Μυστηρίων
Από τον οίκο των Ευμολπιδών προερχόταν ο ιεροφάντης, η υπέρτατη αρχή των Μυστηρίων, στον οποίο η αθηναϊκή πολιτεία παρείχε τιμές, ανάλογες με εκείνες των πολιτικών αρχόντων. Το αξίωμά του ήταν ισόβιο και κληρονομικό στο γένος των Ευμολπιδών. Το κυριότερο καθήκον του ιεροφάντη ήταν η τεράστιας συμβολικής σημασίας επίδειξη των ιερών αντικειμένων αλλά είχε και άλλες αρμοδιότητες, όπως την ερμηνεία, για λογαριασμό της πολιτείας, των αγράφων θείων νόμων και την αυστηρή εποπτεία των τελετών, ώστε να διασφαλισθεί η άψογη διεξαγωγή των Μυστηρίων.Αντίστοιχος με τον βαθμό του ιεροφάντη ήταν αυτός της ιεροφάντιδος. Οι ιεροφάντιδες ήταν δύο, η μία της Δήμητρας και η άλλη της Κόρης και προέρχονταν και αυτές από το γένος των Ευμολπιδών.Η δεύτερη μεγάλη οικογένεια που σχετίζεται με τα Ελευσίνια Μυστήρια ήταν οι Κήρυκες, το γένος των οποίων αναγόταν στον Ερμή και την Άγραυλο, κόρη του βασιλιά των Αθηνών, Κέκροπος. Από την οικογένεια των Κηρύκων προέρχονταν τα τρία σημαντικότερα, μετά τον ιεροφάντη, ιερατικά αξιώματα: του δαδούχου, του ιεροκήρυκα και του επί βωμού ιερέα. Ο δαδούχος, ονομάστηκε έτσι από τις δάδες που κρατούσε για να ρυθμίζει τον φωτισμό και τη συσκότιση του Τελεστηρίου, κατά τη διάρκεια των τελετών, ο ιεροκήρυξ κήρυττε την επίσημη προκήρυξη των μυστηρίων και κατά την έναρξη της τελετής επέβαλλε ιερά σιγή, ενώ ο επί βωμού ιερεύς είχε επιφορτιστεί με το καθήκον της θυσίας των ζώων στον περίβολο του ιερού.Με την εξάπλωση και την επικράτηση του Χριστιανισμού, τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα οποία επί αιώνες κατείχαν σημαντικότατη θέση στον αρχαίο κόσμο, άρχισαν να χάνουν το κύρος και την αίγλη τους. Το θανάσιμο πλήγμα εναντίον τους κατέφερε ο ηγεμόνας των Γότθων, Αλάριχος, ο οποίος, συνοδευόμενος, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του στην Ελλάδα, από ιερείς και μοναχούς που είχαν ασπαστεί το δόγμα του Αρειανισμού, πυρπόλησε το Ιερό Τελεστήριο. Η πυρπόληση και καταστροφή των ιερών συνοδεύτηκε από τον φόνο όλου του ιερατείου, συμπεριλαμβανομένου και του τελευταίου ιεροφάντη, ο οποίος όμως δεν ήταν Αθηναίος, καταγόμενος από το γένος των Ευμολπιδών, αλλά κάποιος ιερέας από τις Θεσπιές που είχε ασπαστεί τη λατρεία του Μίθρα. Έτσι επαληθεύθηκε και η προφητεία του γηραιού Νεστόριου, του τελευταίου γνήσιου και νόμιμου ιεροφάντη, ο οποίος είχε προβλέψει την καταστροφή των ειδωλολατρικών ιερών, αφού οι Εθνικοί είχαν εκτραπεί από την πίστη και την ευσέβεια προς τους αρχαίους θεούς και έσβησε η ιερή δάδα στο Τελεστήριο της θεάς, συμβολίζοντας με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το τέλος του αρχαίου κόσμου.
Από: http://www.kairatos.com.gr/eleysinia.htm


Οι Κοσμογονικοί Θεολογικοί Μύθοι τής δημιουργίας.

Οι μύθοι της "δημιουργίας" και των αρχαίων Βαβυλωνίων και των αρχαίων Αιγυπτίων περιλαμβάνουν την ιδέα της αρχέγονης θάλασσας από την οποία προήλθε η Γή και η ζωή. Αυτοί οι μύθοι περιλαμβάνουν την ιδέα ότι οι άνθρωποι γεννήθηκαν από κάποια θεά. Το πρωταρχικό ΧΑΟΣ ήταν ένας "θεός" ο οποίος δημιούργησε τους ανθρώπους και τη φύση και τους άλλους θεούς.
Οι Εβραίοι ζούσαν μεταξύ των Αιγυπτίων και των Βαβυλωνίων , και οφείλουν πολλά από τις ιδέες και τις γνώσεις τους και στις δύο μεριές. Σε πολλές απόψεις , η ιστορία τους της δημιουργίας είναι όμοια με εκείνη των γειτόνων τους , ειδικά των Βαβυλωνίων , αλλά ο Θεός τους προυπήρχε πριν διαχωρισθή από το πρωταρχικό χάος , και ήταν αυτός που δημιούργησε και τη φύση και τους ανθρώπους.
Σύμφωνα με τις ιδέες των Εβραίων και του Χριστιανισμού αργότερα , ο Θεός δημιούργησε τον Κόσμο σε 6 ημέρες. Η Ζωή άρχισε την 3η ημέρα στη μορφή σπόρων φυτών. Τη 5η ημέρα ο Θεός δημιούργησε τα ψάρια της θάλασσας και τα πτηνά του ουρανού. Τη 6η ημέρα ο Θεός έφτιαξε όλα τα ζώα της ξηράς , περιλαμβανομένου του Αδάμ , του πρώτου ανθρώπου. Και πολύ σύντομα , ο Θεός έφτιαξε για σύντροφο του Αδάμ την Εύα , τη πρώτη γυναίκα.
Οι Αυτόχθονες της Αυστραλίας πίστευαν ότι η Γή δημιουργήθηκε κατά την διάρκεια του ΟΝΕΙΡΟΧΡΟΝΟΥ. Αυτή ήταν μία περίοδος όταν πνεύματα περιπλανιόντουσαν πάνω στη γή και έφτιαξαν τα πάντα : κοιλάδες , βουνά , φυτά , ζώα , ουρανό και άστρα. Αυτοί οι δημιουργοί μπορεί να ήταν μυθικά πλάσματα ή άνθρωποι που μπορούσαν να αλλάζουν τη μορφή τους.
Στους περισσότερους Μεσογειακούς πολιτισμούς , η πιό διαδεδομένη θεωρία του Σύμπαντος είχε τη Γή σαν επίπεδο δίσκο που επέπλεε στο παγκόσμιο ωκεανό που την περιέλαβε. Κάτω από αυτήν ήταν νερό , και από πάνω ο ουρανός , η κατοικία των θεών. Η ξηρά περιελάμβανε τον τότε γνωστό κόσμο , δηλαδή μία περιοχή γύρω από τη Μεσόγειο. Ο "Κάτω" ( κάπου κάτω από το παγκόσμιο ωκεανό ; ) ήταν ο κόσμος των νεκρών.
Οι Έλληνες πίστευαν επίσης ότι οι θεοί και οι θεές δημιουργήθηκαν από την πρωταρχική ουσία. Η Ελληνική σκέψη προχώρησε ένα βήμα μακρύτερα. Οι Έλληνες φιλόσοφοι ίσως ήταν οι πρώτοι που διαχώρισαν το ζήτημα της γένεσης από τους θεούς και θεές τους. Πίστευαν ότι ο αέρας ή το νερό ήταν η πρώτη αιτία όλης της ζωής ( και των θεών τους και των ανθρώπων ). Δεν υπήρχε κανένας Αέρας--Θεός ή Νερό--Θεός , και οι θεοί ( που επίσης δημιουργήθηκαν ) δεν δημιούργησαν τη φύση ή τους ανθρώπους. Και οι θεοί και οι άνθρωποι προήλθαν από τη ΓΑΙΑ , τη μητέρα Γή , η οποία δεν ήταν ένας από τους θεούς του Ολύμπου , αλλά κάποιο είδος παγκόσμιου προγόνου.
Σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες στην αρχή υπήρξε το Χάος. Από αυτό το Χάος γεννήθηκαν οι πρώτοι θεοί , η Γή και το Σκοτάδι , ο Τάρταρος και το Έρεβος , και ο Έρως. Αυτοί οι θεοί αργότερα γέννησαν όλους τους άλλους θεούς. Ο Προμηθέας , ένας Τιτάνας , διατάχθηκε από τον Δία , τον βασιλιά των θεών , να δημιουργήσει όλα τα φυτά και ζώα στο κόσμο. Τελευταίους δημιούργησε τους ανθρώπους , και κατά εικόνα των θεών. Αυτό εξόργισε τον Δία , έτσι ο Δίας αρνήθηκε να δώσει στους ανθρώπους το δώρο της φωτιάς. Ο Προμηθέας αργότερα έκλεψε τη φωτιά από τον Δία , και την έδωσε στους ανθρώπους. Σαν τιμωρία για το έγκλημά του ο Δίας τον αλυσόδεσε στο Καύκασο και διέταξε ένα αετό να τρώει το συκώτι του Προμηθέα κάθε ημέρα. Αφού ο Προμηθέας ήταν αθάνατος , το συκώτι του αναγεννιόταν κάθε ημέρα , και έτσι το μαρτύριό του συνεχιζόταν ξανά.