Σωτηρία χωρίς σωτήρα (α)Του Manfred Dworschak, Spiegel Nr.31, 29.7.13
Ερευνητές αποκαλύπτουν την πραγματική πηγή της ινδικής πνευματικότητας: οι υποτιθέμενες αρχαίες πνευματικές διδασκαλίες είναι επινόηση της μοντέρνας Δύσεως. Την γιόγκα ως γυμναστική ανέπτυξαν Ευρωπαίοι γυμναστές και bodybuilder.
Σικάγο, 11 Σεπτεμβρίου 1893. Χιλιάδες έχουν έρθει στο παγκόσμιο συμβούλιο των θρησκειών. Για πρώτη φορά συναντιούνται οι ακόλουθοι όλων των σημαντικών θεών στη γη. Για λίγες μέρες επικρατεί ανακωχή στον πόλεμο για τις ψυχές. Η πρώτη μέρα έχει σχεδόν τελειώσει, όταν ένας κομψός μοναχός βιάζεται να πάει στο αναλόγιο. Αντιπροσωπεύει τους ινδουιστές. Ο μοναχός από την Ινδία είναι ανήσυχος. Κανείς δεν τον είχε προσκαλέσει. Την νύχτα είχε περάσει σε ένα εμπορικό βαγόνι, γιατί δεν είχε αλλού να κοιμηθεί. Συμμαζεύεται και αρχίζει την ομιλία του. Αιρετικοί και φανατικοί εξουσίασαν για πολύ καιρό τον κόσμο. Αντίθετα, η πίστη του διδάσκει τους ανθρώπους μια γενική ανεκτικότητα. Για ένα ινδουιστή, όλες οι θρησκείες είναι αληθινές. Όπως όλα τα ρεύματα καταλήγουν στην θάλασσα, έτσι και όλες οι θρησκείες καταλήγουν στον θεό.
Το κοινό πανηγυρίζει και χειροκροτά. Και οι άλλες θρησκείες φαίνονται ξαφνικά στενόμυαλες, φιλόνικες, χθεσινές. Αυτός ο ινδουιστής από την αποικία, όπου ευδοκιμεί το πιπέρι, τους κλέβει την παράσταση. Είναι γιος ενός πλούσιου δικηγόρου, και έχει δυτική μόρφωση. Το όνομα του είναι : Vivekananda.
Η ομιλία ήταν εντυπωσιακή. Παντού πια θέλουν οι άνθρωποι να ακούσουν, τι λέει ο Vivekananda. Διασχίζει τις ΗΠΑ, κάνει ομιλίες, τον προσκαλούν οι σύλλογοι σε βραδυνές συγκεντρώσεις. Για χρόνια θα ταξιδεύει. Αργότερα πάει και στην Ευρώπη. Είναι η ιεραποστολή της ζωής του.
Έτσι αρχίζει η καριέρα ενός ιστορικού σφάλματος, που επικρατεί μέχρι σήμερα: η πανάρχαια ινδική πνευματικότητα, που ο καθένας νομίζει ότι την ξέρει, δεν υπήρξε ποτέ.
Την ανακάλυψε ο Vivekananda.
Αυτό ισχυρίζεται ο Peter van der Veer, διευθυντής του Max-Planck-Institut για την διερεύνηση πολυθρησκευτικών και πολυεθνικών κοινωνιών, στην πόλη Göttingen. Για χρόνια διερευνά ο ανθρωπολόγος αυτός, το ερώτημα: πως έγινε και η Δύση μαγεύτηκε μόνιμα από τις ασιατικές σοφίες; Στην μελέτη του αυτή συνάντησε μια εκπληκτική ιστορία εσφαλμένης γνώσης.
Ο Vivekananda ήξερε τι ήθελαν να ακούσουν οι άνθρωποι. Η Ινδία έχει ένα δώρο για τον κόσμο, κήρυττε όπου έφτανε: πνευματικό πλούτο, πνευματικότητα άφθονη! Ακριβώς εκείνα τα αγαθά που έλειπαν από την άψυχη πια Δύση.
Ο περιφερόμενος μοναχός αποσιώπησε βέβαια μερικά όχι και τόσο όμορφα, που για τον κοινό ινδουιστή ήταν αγαπητά και άγια: πρώτα απ’ όλα την θεά Κάλι, που με την γλώσσα έξω πατά πάνω στον θεό Σίβα, και στον λαιμό φοράει ένα περιδέραιο από κεφάλια ανθρώπων. Ο van der Veer λέει: «οι σύγχρονοι του Vivekananda στην Δύση θα το έβρισκαν αποκρουστικό».
Και οι άλλοι ινδικοί θεοί, με προβοσκίδες ελεφάντων και κεφάλια πιθήκων, ήταν για τον Vivekananda μη παρουσιάσιμοι. Τους αγνόησε όπως κάνει κάποιος με συγγενείς για τους οποίους ντρέπεται. Δεν είπε επίσης τίποτα για τους μαλλιαρούς γιόγκι της πατρίδας του, που ισχυρίζονταν ότι ζουν μόνο από τον αέρα ή ότι μπορούν να πετούν με την δύναμη της σκέψης.
Αντί αυτού, ο Vivekananda δημιούργησε μια αιθερικά καθαρή πνευματικότητα, η οποία υπήρχε μόνο στην φαντασία του: ένα προϊόν, ειδικά κατασκευασμένο για το Σικάγο, για την Δύση. Ο ενθουσιασμός του κοινού του τον δικαίωσε.
Αυτό που σήμερα θεωρούμε ασιατική πνευματικότητα, είναι κυρίως έργο του Vivekananda, λέει ο ανθρωπολόγος van der Veer. Στην αγορά των κοσμοθεωριών, ο μοναχός από την Καλκούτα ήταν ιδιοφυΐα για τις εξαγωγές. Η επινόηση του πέτυχε τόσο καίρια την ανάγκη της εποχής, που τον κατέστησε μορφή-κλειδί του δυτικού μοντερνισμού.
Την εποχή εκείνη, οι άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη ζητούσαν μια εναλλακτική για την κυρίαρχη θρησκεία. Η Χριστιανική Εκκλησία ήταν γι’ αυτούς δογματική, άχαρη και μπλεγμένη με τις κοσμικές δυνάμεις. Στην θέση του παραδεδομένου οικοδομήματος της πίστης, εξαπλωνόταν η μοντέρνα επιστήμη: διανοητική, ενδιαφερόταν μόνο για το αποδείξιμο, για πολλούς πολύ ψυχρή. Όποιος δεν ήθελε να μείνει χωρίς ανώτερο νόημα, υπέφερε λόγω ενός κενού.
Η Ινδία προσφέρθηκε να γεμίσει το κενό αυτό. Η μακρινή υποήπειρος αντιπροσώπευε το εντελώς διαφορετικό. Μεταξύ των διανοουμένων ήταν της μόδας να μαθαίνουν σανσκριτικά. Ρομαντικά πνεύματα όπως οι αδελφοί Schlegel, την θαύμαζαν, αλλά και νηφάλιοι διαφωτιστές, όπως ο μεταρρυθμιστής του εκπαιδευτικού συστήματος Wilhelm von Humboldt.
Το στοιχείο της ινδουιστικής θρησκείας, που προσέλκυε κατά κύριο λόγο, ήταν η δυνατότητα σωτηρίας εδώ και τώρα, και μάλιστα χωρίς σωτήρα. «Αυτή ήταν η μεγαλύτερη υπόσχεση του ινδουισμού», λέει ο van der Veer. «Μπορείς να γίνεις άλλος άνθρωπος πειραματιζόμενος με το σώμα σου».
Οι ιεροί γιόγκι και φακίρηδες, έδειξαν τι είναι δυνατόν να κάνει κανείς με το σώμα. Ο Vivekananda ήξερε τι εντύπωση προκαλούσαν στη Δύση, αυτοί οι καλλιτέχνες της εγκράτειας. Γνώριζε όμως και την ινδική πραγματικότητα. Οι ασκητές συχνά τσάντιζαν τους συμπατριώτες τους: άγιοι άχρηστοι, που αποκλειστικά με τα χρήματα της κοινωνίας, είχαν την δυνατότητα να αφιερωθούν στην απελευθέρωση τους από τα κοσμικά. Την ενοχλητική τους ζητιανιά θεωρούσαν πολλοί ως μάστιγα. Δεν ήταν όμως ενδεδειγμένο να τα βάλεις μαζί τους. Γιατί οι γιόγκι, με τις τεχνικές αναπνοής και τον έλεγχο του σώματος, είχαν μεγάλη δύναμη στην πάλη.
Η άσκηση έχει τις ρίζες της στην υπηρεσία στον πόλεμο, την προετοιμασία για την μάχη. Για αιώνες υπηρετούσαν οι Ινδοί ασκητές τους άρχοντες του κόσμου. Φύλαγαν τους εμπορικούς δρόμους από τις επιθέσεις ληστρικών καστών. Υπηρετούσαν και ως πολεμιστές για τους τοπικούς βασιλείς. Γυμνοί ή ελαφρώς περιζωσμένοι, πήγαιναν στις μάχες, προκαλούσαν τρόμο λόγω της αφοβίας τους. Ως όπλα είχαν συχνά μόνο τα μπαστούνια τους. Πολλοί όμως είχαν ρόπαλα, τρίαινες ή μασιές.
Οι πολεμόχαροι ασκητές ήταν αυστηρά οργανωμένοι σε ειδικά συντάγματα, των οποίων ηγούνταν οι πνευματικοί τους επικεφαλείς. Σε περίπτωση ανάγκης σχημάτιζαν ολόκληρους στρατούς. Σε καιρούς ειρήνης σχημάτιζαν συχνά ληστοσυμμορίες.
Όταν οι Βρετανοί αποικιοκράτες κατέλαβαν την Ινδία, αφόπλισαν τους περιφερόμενους παραστρατιωτικούς μαχητές. Πολλοί ασκητές έγιναν αξιοθέατα. Πόζαραν πασαλειμμένοι με στάχτη φορώντας βαριές αλυσίδες, στέκονταν για ώρες πάνω στο κεφάλι τους ή έκαναν σαν φίδια κόμπους με το σώμα τους. Ταξιδιώτες περιγράφουν με αηδία άνδρες που κρατούσαν τις γροθιές τους κλειστές για τόσο πολύ καιρό, ώστε τα νύχια μεγάλωναν μέσα στο κρέας των χεριών τους.
Για τον μοντέρνο Ινδό της μεσαίας τάξης, αυτοί οι σαλτιμπάγκοι ήταν το σύμβολο της παλιάς, οπισθοδρομικής Ινδίας. Ο Swami Vivekananda το έβλεπε επίσης έτσι: ούτε μια παράδοση για την οποία θα μπορούσε να περηφανευτεί η ταπεινωμένη χώρα. Ακόμα και ο δάσκαλος του, ο διάσημος γκουρού Ramakrishna, ήταν μόνο υπό περιορισμούς κατάλληλος για το εθνικό ξύπνημα.
Αυτός ο Ramakrishna, ένας αμόρφωτος άνθρωπος από την Βεγγάλη, ζούσε ως απλώς ιερέας σε ένα ναό της τρομακτικής θεάς Κάλι, στις όχθες του Γάγγη ποταμού. Σχεδόν καθημερινά περνούσε ώρες ολόκληρες σε έκσταση, κατειλημμένος από την Κάλι, όπως ισχυριζόταν.
«Ο μορφωμένος και αστός Vivekananda δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει σε αυτό τον κόσμο», λέει ο van der Veer. «Αυτό που εν τέλει δημιούργησε, ήταν κάτι νέο, πολύ απομακρυσμένο από τον δάσκαλο του».
Ο Vivekananda κατήργησε τους θεούς, τα πολύπλοκα τελετουργικά, την υπηρεσία στον ναό. Αυτό που είχε μείνει ήταν κάτι λίγο παραπάνω από την τέχνη του διαλογισμού. Ως σκελετός του συστήματος μπήκε η νέα διδασκαλία για την γιόγκα.
Μέχρι τότε, η γιόγκα ήταν ένας σωρός κάποιων ασκήσεων που οδηγούσαν στην σωτηρία. Κάθε ναός μπορούσε να έχει διαφορετικές ασκήσεις. Ο Vivekananda έφτιαξε από αυτό μια καθαρή μέθοδο, την οποία μπορούσαν να καταλάβουν και οι πελάτες από την Δύση. Ο στόχος του ήταν μια διαφωτισμένη γιόγκα, χρήσιμη και υγιεινή, διανοητικά ισάξια της Δύσης. «Ο Vivekananda θεώρησε την γιόγκα ως την ινδική επιστήμη της ανώτερης συνειδητότητας, ένα είδος πνευματικότητα light», επισημαίνει ο van der Veer.Σωτηρία χωρίς σωτήρα (β)
Ερευνητές αποκαλύπτουν την πραγματική πηγή της ινδικής πνευματικότητας: οι υποτιθέμενες αρχαίες πνευματικές διδασκαλίες είναι επινόηση της μοντέρνας Δύσεως. Την γιόγκα ως γυμναστική ανέπτυξαν Ευρωπαίοι γυμναστές και bodybuilder.
Σικάγο, 11 Σεπτεμβρίου 1893. Χιλιάδες έχουν έρθει στο παγκόσμιο συμβούλιο των θρησκειών. Για πρώτη φορά συναντιούνται οι ακόλουθοι όλων των σημαντικών θεών στη γη. Για λίγες μέρες επικρατεί ανακωχή στον πόλεμο για τις ψυχές. Η πρώτη μέρα έχει σχεδόν τελειώσει, όταν ένας κομψός μοναχός βιάζεται να πάει στο αναλόγιο. Αντιπροσωπεύει τους ινδουιστές. Ο μοναχός από την Ινδία είναι ανήσυχος. Κανείς δεν τον είχε προσκαλέσει. Την νύχτα είχε περάσει σε ένα εμπορικό βαγόνι, γιατί δεν είχε αλλού να κοιμηθεί. Συμμαζεύεται και αρχίζει την ομιλία του. Αιρετικοί και φανατικοί εξουσίασαν για πολύ καιρό τον κόσμο. Αντίθετα, η πίστη του διδάσκει τους ανθρώπους μια γενική ανεκτικότητα. Για ένα ινδουιστή, όλες οι θρησκείες είναι αληθινές. Όπως όλα τα ρεύματα καταλήγουν στην θάλασσα, έτσι και όλες οι θρησκείες καταλήγουν στον θεό.
Το κοινό πανηγυρίζει και χειροκροτά. Και οι άλλες θρησκείες φαίνονται ξαφνικά στενόμυαλες, φιλόνικες, χθεσινές. Αυτός ο ινδουιστής από την αποικία, όπου ευδοκιμεί το πιπέρι, τους κλέβει την παράσταση. Είναι γιος ενός πλούσιου δικηγόρου, και έχει δυτική μόρφωση. Το όνομα του είναι : Vivekananda.
Η ομιλία ήταν εντυπωσιακή. Παντού πια θέλουν οι άνθρωποι να ακούσουν, τι λέει ο Vivekananda. Διασχίζει τις ΗΠΑ, κάνει ομιλίες, τον προσκαλούν οι σύλλογοι σε βραδυνές συγκεντρώσεις. Για χρόνια θα ταξιδεύει. Αργότερα πάει και στην Ευρώπη. Είναι η ιεραποστολή της ζωής του.
Έτσι αρχίζει η καριέρα ενός ιστορικού σφάλματος, που επικρατεί μέχρι σήμερα: η πανάρχαια ινδική πνευματικότητα, που ο καθένας νομίζει ότι την ξέρει, δεν υπήρξε ποτέ.
Την ανακάλυψε ο Vivekananda.
Αυτό ισχυρίζεται ο Peter van der Veer, διευθυντής του Max-Planck-Institut για την διερεύνηση πολυθρησκευτικών και πολυεθνικών κοινωνιών, στην πόλη Göttingen. Για χρόνια διερευνά ο ανθρωπολόγος αυτός, το ερώτημα: πως έγινε και η Δύση μαγεύτηκε μόνιμα από τις ασιατικές σοφίες; Στην μελέτη του αυτή συνάντησε μια εκπληκτική ιστορία εσφαλμένης γνώσης.
Ο Vivekananda ήξερε τι ήθελαν να ακούσουν οι άνθρωποι. Η Ινδία έχει ένα δώρο για τον κόσμο, κήρυττε όπου έφτανε: πνευματικό πλούτο, πνευματικότητα άφθονη! Ακριβώς εκείνα τα αγαθά που έλειπαν από την άψυχη πια Δύση.
Ο περιφερόμενος μοναχός αποσιώπησε βέβαια μερικά όχι και τόσο όμορφα, που για τον κοινό ινδουιστή ήταν αγαπητά και άγια: πρώτα απ’ όλα την θεά Κάλι, που με την γλώσσα έξω πατά πάνω στον θεό Σίβα, και στον λαιμό φοράει ένα περιδέραιο από κεφάλια ανθρώπων. Ο van der Veer λέει: «οι σύγχρονοι του Vivekananda στην Δύση θα το έβρισκαν αποκρουστικό».
Και οι άλλοι ινδικοί θεοί, με προβοσκίδες ελεφάντων και κεφάλια πιθήκων, ήταν για τον Vivekananda μη παρουσιάσιμοι. Τους αγνόησε όπως κάνει κάποιος με συγγενείς για τους οποίους ντρέπεται. Δεν είπε επίσης τίποτα για τους μαλλιαρούς γιόγκι της πατρίδας του, που ισχυρίζονταν ότι ζουν μόνο από τον αέρα ή ότι μπορούν να πετούν με την δύναμη της σκέψης.
Αντί αυτού, ο Vivekananda δημιούργησε μια αιθερικά καθαρή πνευματικότητα, η οποία υπήρχε μόνο στην φαντασία του: ένα προϊόν, ειδικά κατασκευασμένο για το Σικάγο, για την Δύση. Ο ενθουσιασμός του κοινού του τον δικαίωσε.
Αυτό που σήμερα θεωρούμε ασιατική πνευματικότητα, είναι κυρίως έργο του Vivekananda, λέει ο ανθρωπολόγος van der Veer. Στην αγορά των κοσμοθεωριών, ο μοναχός από την Καλκούτα ήταν ιδιοφυΐα για τις εξαγωγές. Η επινόηση του πέτυχε τόσο καίρια την ανάγκη της εποχής, που τον κατέστησε μορφή-κλειδί του δυτικού μοντερνισμού.
Την εποχή εκείνη, οι άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη ζητούσαν μια εναλλακτική για την κυρίαρχη θρησκεία. Η Χριστιανική Εκκλησία ήταν γι’ αυτούς δογματική, άχαρη και μπλεγμένη με τις κοσμικές δυνάμεις. Στην θέση του παραδεδομένου οικοδομήματος της πίστης, εξαπλωνόταν η μοντέρνα επιστήμη: διανοητική, ενδιαφερόταν μόνο για το αποδείξιμο, για πολλούς πολύ ψυχρή. Όποιος δεν ήθελε να μείνει χωρίς ανώτερο νόημα, υπέφερε λόγω ενός κενού.
Η Ινδία προσφέρθηκε να γεμίσει το κενό αυτό. Η μακρινή υποήπειρος αντιπροσώπευε το εντελώς διαφορετικό. Μεταξύ των διανοουμένων ήταν της μόδας να μαθαίνουν σανσκριτικά. Ρομαντικά πνεύματα όπως οι αδελφοί Schlegel, την θαύμαζαν, αλλά και νηφάλιοι διαφωτιστές, όπως ο μεταρρυθμιστής του εκπαιδευτικού συστήματος Wilhelm von Humboldt.
Το στοιχείο της ινδουιστικής θρησκείας, που προσέλκυε κατά κύριο λόγο, ήταν η δυνατότητα σωτηρίας εδώ και τώρα, και μάλιστα χωρίς σωτήρα. «Αυτή ήταν η μεγαλύτερη υπόσχεση του ινδουισμού», λέει ο van der Veer. «Μπορείς να γίνεις άλλος άνθρωπος πειραματιζόμενος με το σώμα σου».
Οι ιεροί γιόγκι και φακίρηδες, έδειξαν τι είναι δυνατόν να κάνει κανείς με το σώμα. Ο Vivekananda ήξερε τι εντύπωση προκαλούσαν στη Δύση, αυτοί οι καλλιτέχνες της εγκράτειας. Γνώριζε όμως και την ινδική πραγματικότητα. Οι ασκητές συχνά τσάντιζαν τους συμπατριώτες τους: άγιοι άχρηστοι, που αποκλειστικά με τα χρήματα της κοινωνίας, είχαν την δυνατότητα να αφιερωθούν στην απελευθέρωση τους από τα κοσμικά. Την ενοχλητική τους ζητιανιά θεωρούσαν πολλοί ως μάστιγα. Δεν ήταν όμως ενδεδειγμένο να τα βάλεις μαζί τους. Γιατί οι γιόγκι, με τις τεχνικές αναπνοής και τον έλεγχο του σώματος, είχαν μεγάλη δύναμη στην πάλη.
Η άσκηση έχει τις ρίζες της στην υπηρεσία στον πόλεμο, την προετοιμασία για την μάχη. Για αιώνες υπηρετούσαν οι Ινδοί ασκητές τους άρχοντες του κόσμου. Φύλαγαν τους εμπορικούς δρόμους από τις επιθέσεις ληστρικών καστών. Υπηρετούσαν και ως πολεμιστές για τους τοπικούς βασιλείς. Γυμνοί ή ελαφρώς περιζωσμένοι, πήγαιναν στις μάχες, προκαλούσαν τρόμο λόγω της αφοβίας τους. Ως όπλα είχαν συχνά μόνο τα μπαστούνια τους. Πολλοί όμως είχαν ρόπαλα, τρίαινες ή μασιές.
Οι πολεμόχαροι ασκητές ήταν αυστηρά οργανωμένοι σε ειδικά συντάγματα, των οποίων ηγούνταν οι πνευματικοί τους επικεφαλείς. Σε περίπτωση ανάγκης σχημάτιζαν ολόκληρους στρατούς. Σε καιρούς ειρήνης σχημάτιζαν συχνά ληστοσυμμορίες.
Όταν οι Βρετανοί αποικιοκράτες κατέλαβαν την Ινδία, αφόπλισαν τους περιφερόμενους παραστρατιωτικούς μαχητές. Πολλοί ασκητές έγιναν αξιοθέατα. Πόζαραν πασαλειμμένοι με στάχτη φορώντας βαριές αλυσίδες, στέκονταν για ώρες πάνω στο κεφάλι τους ή έκαναν σαν φίδια κόμπους με το σώμα τους. Ταξιδιώτες περιγράφουν με αηδία άνδρες που κρατούσαν τις γροθιές τους κλειστές για τόσο πολύ καιρό, ώστε τα νύχια μεγάλωναν μέσα στο κρέας των χεριών τους.
Για τον μοντέρνο Ινδό της μεσαίας τάξης, αυτοί οι σαλτιμπάγκοι ήταν το σύμβολο της παλιάς, οπισθοδρομικής Ινδίας. Ο Swami Vivekananda το έβλεπε επίσης έτσι: ούτε μια παράδοση για την οποία θα μπορούσε να περηφανευτεί η ταπεινωμένη χώρα. Ακόμα και ο δάσκαλος του, ο διάσημος γκουρού Ramakrishna, ήταν μόνο υπό περιορισμούς κατάλληλος για το εθνικό ξύπνημα.
Αυτός ο Ramakrishna, ένας αμόρφωτος άνθρωπος από την Βεγγάλη, ζούσε ως απλώς ιερέας σε ένα ναό της τρομακτικής θεάς Κάλι, στις όχθες του Γάγγη ποταμού. Σχεδόν καθημερινά περνούσε ώρες ολόκληρες σε έκσταση, κατειλημμένος από την Κάλι, όπως ισχυριζόταν.
«Ο μορφωμένος και αστός Vivekananda δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει σε αυτό τον κόσμο», λέει ο van der Veer. «Αυτό που εν τέλει δημιούργησε, ήταν κάτι νέο, πολύ απομακρυσμένο από τον δάσκαλο του».
Ο Vivekananda κατήργησε τους θεούς, τα πολύπλοκα τελετουργικά, την υπηρεσία στον ναό. Αυτό που είχε μείνει ήταν κάτι λίγο παραπάνω από την τέχνη του διαλογισμού. Ως σκελετός του συστήματος μπήκε η νέα διδασκαλία για την γιόγκα.
Μέχρι τότε, η γιόγκα ήταν ένας σωρός κάποιων ασκήσεων που οδηγούσαν στην σωτηρία. Κάθε ναός μπορούσε να έχει διαφορετικές ασκήσεις. Ο Vivekananda έφτιαξε από αυτό μια καθαρή μέθοδο, την οποία μπορούσαν να καταλάβουν και οι πελάτες από την Δύση. Ο στόχος του ήταν μια διαφωτισμένη γιόγκα, χρήσιμη και υγιεινή, διανοητικά ισάξια της Δύσης. «Ο Vivekananda θεώρησε την γιόγκα ως την ινδική επιστήμη της ανώτερης συνειδητότητας, ένα είδος πνευματικότητα light», επισημαίνει ο van der Veer.Σωτηρία χωρίς σωτήρα (β)
Η
ιδέα αυτή βρήκε αμέσως ανταπόκριση στην Δύση. Και σε καμία περίπτωση
μόνο στις ευσεβείς ψυχές. Πολλά διαφωτισμένα κεφάλια μαγεύτηκαν, μεταξύ
αυτών και άκαμπτοι πολέμιοι της Εκκλησίας και του κατεστημένου.
Πολιτικά αριστεροί και κοσμικά φωτισμένοι, τον 19ο αιώνα
αυτό δεν αποτελούσε αντίφαση. Ειδικά στην Γαλλία και Αγγλία, ο
θαυμασμός για την Ανατολή συνδυάστηκε με την διαμαρτυρία κατά της
εκμετάλλευσης της: επιτρεπόταν η υποδούλωση ενός τόσο υπέρτερου
πνευματικά πολιτισμού, μόνο και μόνο προς απόκτηση τσαγιού, οπίου και
βαμβακιού;
Η Βρετανίδα σοσιαλίστρια Annie Besant,
πήγαινε για χρόνια στην Ινδία, για να αγωνιστεί για την ανεξαρτησία της
αποικίας. Το 1917 εξελέγη ως η πρώτη πρόεδρος ενός κόμματος, που
ονομάστηκε Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο. Την θέση της αργότερα πήρε κάποιος
που λεγόταν Mahatma Gandhi.
Στην καριέρα της Besant,
η επιστήμη, η πολιτική και η πίστη στα πνεύματα, πήγαιναν μαζί: ήταν
μια από τις πρώτες γυναίκες που είχαν σπουδάσει σε κάποιο πανεπιστήμιο
του Λονδίνου. Λίγο αργότερα είχε οργανώσει την απεργία, λόγω μισθών
πείνας, των εργατριών που παρασκεύαζαν ξύλο για προσάναμμα-με επιτυχία. Η
πάλη των τάξεων δεν την παρεμπόδισε όμως να γίνει ηγέτης του θεοσοφικού
κινήματος.
Το ίδιο χαλαρά ήταν τα πράγματα σε πολλές άλλες «Secular Societies»,
που στην Αγγλία ήταν σύμβολο προόδου. Στους συλλόγους αυτούς
συναντιώντουσαν σοσιαλιστές τεχνίτες και μικροαστοί. Ο ενθουσιασμός για
την πνευματικότητα της Άπω Ανατολής και την μοντέρνα επιστήμη ήταν ο
ίδιος. Θεωρούσαν πως και ο πνευματισμός ανήκει στις επιστήμες. «Το ένα
βράδυ προσκαλούσαν για ομιλία ένα εξελικτικό βιολόγο, και το άλλο βράδυ
καλούσαν πνεύματα», λέει ο van der Veer.
Αλλά
και όποιος εναντιωνόταν τότε σκληρά στην παλιά τάξη πραγμάτων,
συμμαχούσε με υπεραισθητές δυνάμεις. Δεν πίστευε όπως τα πρόβατα της
Εκκλησίας, αυτά που έλεγαν οι ανώτεροι του, αλλά ερευνούσε, και
πειραματιζόταν. Για τον λόγο αυτό, στους κύκλους των αριστερών
πνευματιστών, θεωρούνταν ακόμα και το κάλεσμα πνευμάτων με την μέθοδο
του ποτηριού, ως ένα μοντέρνο επίτευγμα. Γιατί τώρα πια δεν
χρειαζόντουσαν τους θεολόγους. Οι νεκροί θα τους έλεγαν τι έρχεται μετά
τον θάνατο.
Οι
πνευματιστές έλπιζαν επίσης ότι θα επικοινωνήσουν με τον τρόπο αυτό με
τους παλιούς δασκάλους, και ότι έτσι θα αποκτήσουν πρόσβαση στην γνώση
τους. Εκτός μερικών εξαιρέσεων, ο δρόμος προς τις πηγές ήταν
αποκλεισμένος. Τα πανεπιστήμια, από την Οξφόρδη μέχρι το Cambridge, ήταν πιστά στην Εκκλησία και τους ευγενείς.
Επομένως
ο λαός έφτιαξε την δική του επιστήμη. Μέχρι σήμερα ενώνει τους
εσωτεριστές κάθε βαθμού η αγάπη για το πείραμα. «Σπάνια προκύπτει αυτό
που προσμένουν, αλλά το δικαιολογούν λέγοντας πως το πείραμα σχεδιάστηκε
λάθος», λέει ο van der Veer.
Η
μοντέρνα εποχή είχε παραμείνει για πολύ καιρό περιπλεγμένη με το άλογο.
Ο διαφωτισμός δεν αφαίρεσε απλά την μαγεία από τον κόσμο - πολλοί
ήθελαν επιτέλους να εξασκήσουν οι ίδιοι την μαγεία. Ήθελαν την δική τους
εμπειρία με τις ανώτερες δυνάμεις.
Αυτή
η πνευματική ιδιορρυθμία είναι χαρακτηριστική για την μακρά μεταβατική
εποχή προς τον μοντερνισμό. Ξεκινά στις αρχές του Διαφωτισμού. Τότε
αποκόπηκαν πολλοί εσωτεριστές
από την Εκκλησία: ελευθεροτέκτονες, ροδοσταύριοι, και αργότερα οι
ιλλουμινάτοι. Όλοι τους δημιούργησαν αυθαίρετα την δική τους
κοσμοθεωρία.
Η Monika Neugebauer-Wölk, ιστορικός στο πανεπιστήμιο Halle-Wittenberg,
πιστεύει πως οι εσωτεριστές, με τις αυθαίρετες διδασκαλίες τους, είχαν
σπάσει το μονοπώλιο των μεγάλων Χριστιανικών Εκκλησιών. Οι πιστοί στα
πνεύματα, που σφάζονταν μεταξύ τους, έφεραν την ανοχή στην ημερήσια
διάταξη της ιστορίας.
Είχαν
βαρεθεί τις διαμάχες που γίνονταν στο όνομα του Θεού. «Οι εσωτεριστές
έψαχναν την πρωταρχική θρησκεία, από την οποία προήλθαν όλες οι άλλες»,
λέει η Neugebauer-Wölk.
Έλπιζαν ότι θα έφερναν ένα τέλος των καταστροφικών θρησκευτικών
πολέμων, με την απόδειξη πως όλοι οι άνθρωποι είναι παιδιά μιας πίστης.
Ηγετικοί
διαφωτιστές συμπαθούσαν τους εσωτεριστές, επειδή αυτοί επεδείκνυαν
φρέσκο ερευνητικό πνεύμα: μελετούσαν παμπάλαιες γραφές, προσπαθούσαν να
επικοινωνήσουν με τους νεκρούς και θεράπευαν με μαγνήτες. Σκοπός τους
ήταν η τελειοποίηση του ανθρώπου με τις δικές του δυνάμεις, σωτηρία
χωρίς σωτήρα. Την ίδια ιδέα είχαν και οι ινδουιστές στην Ινδία.
«Αυτό σήμερα ονομάζεται εσωτερισμός, το έλεγαν τότε θρησκεία των έξυπνων», λέει η Neugebauer-Wölk. «Ακόμα και κάποιος σαν τον Lessing, θα συμφωνούσε».
Ο ποιητής Gotthold Ephraim Lessing (Νάθαν ο σοφός), ερωτοτροπούσε με την αναζήτηση μιας πρωταρχικής θρησκείας. Στον δραστήριο Adolph Freiherr Knigge άρεσε
η ανάμειξη αστών και ευγενών στους κόλπους των ελευθεροτεκτόνων. Ο
ίδιος το έπαιζε εκεί κοινωνικός επαναστάτης. Ακόμα και μια φωτεινή μορφή
του Διαφωτισμού, ο Georg Forster, καθηγητής φυσικών επιστημών στην πόλη Kassel,
είχε προσχωρήσει μυστικά στο απόκρυφο τάγμα των χρυσοσταυρίων και
ροδοσταυρίων. Έρπονταν πάνω σε υγρά λιβάδια, και έψαχνε αστρόσκονη από
τους μετεωρίτες, για να παράξει χρυσό (αργότερα διαπίστωσε πως μάζευε
αυγά βατράχων).
Έτσι πήγαινε το πράγμα για πολύ καιρό. Στα μέσα του 19ου αιώνα
είχε σταματήσει αυτή η ανεξέλεγκτη πνευματιστική δραστηριότητα. Η
επιστήμη είχε βάλει στενά όρια, το απόκρυφο θεωρούνταν ολοένα και πιο
πολύ δεισιδαιμονία. «Οι εσωτεριστές φοβήθηκαν ότι θα περιθωριοποιηθούν.
Επομένως έπρεπε να γίνουν επιστημονικοί», λέει η Neugebauer-Wölk.
Και έτσι ξεκίνησε μια παράξενη εκστρατεία. Το σύνθημα της: Θα καταπολεμήσουμε την «σοφία των σχολείων» με
τα δικά της μέσα, με σκληρές αποδείξεις, με εμπειρία και τεκμήρια. Οι
ήττες δεν πτοούν το κίνημα μέχρι σήμερα. Τα χτυπήματα είναι μέρος της
δουλειάς, όταν κανείς πειραματίζεται και ψάχνει.
Ακόμα και κατά τον 20ο αιώνα, μερικοί φάροι της επιστήμης ήταν ενθουσιασμένοι με το υπεραισθητό. Ο μεγάλος Alfred Russel Wallace, ένας εκ των συνιδρυτών της θεωρίας της εξελίξεως, μιλούσε με πνεύματα νεκρών. Ο φυσικός υψηλών ενεργειών και συγγραφέας bestseller βιβλίων, ο Fritjof Capra,
προώθησε την ένωση της φυσικής στοιχειωδών σωματιδίων με τον μυστικισμό
της Ανατολής. Με οικολογικό-πνευματιστικές σαχλαμάρες περί ολιστικής
συνείδησης και «κοινωνία του ατόμου με το σύμπαν», είχε γίνει ο
αγαπημένος γκουρού της «New Age».
Ο φιλόσοφος Peter Sloterdijk, πήγε μάλιστα κατά την δεκαετία του ’70 στο Pune της Ινδίας, σε ένα πανούργο ψαρά ανθρώπων, που είχε διαλέξει το όνομα Bhagwan (από το 1970 μέχρι το 1988, μετά λεγόταν Osho). Το θρυλικό Ashram του γκουρού αυτού θεωρούνταν από τους μορφωμένους αναζητητές νοήματος από την Δύση, ως το παγκόσμιο κέντρο φωτισμού.
Η συμπάθεια ορισμένων μεγάλων στοχαστών προς το πνευματικό δεν είναι τυχαία, όπως λέει ένας συνάδελφος του Sloterdijk, ο Thomas Metzinger.
Ο ίδιος πιστεύει πως μια κάποια πνευματικότητα περιλαμβάνεται στην
ιδεατή εικόνα που έχουμε για τον ερευνητή: ο επίμονος αναζητητής, που
τείνει προς την αλήθεια, μένοντας μακριά από το γίγνεσθαι του κόσμου.
Δεν πρέπει να εξαπατάται, και πρέπει να είναι έτοιμος να παραιτηθεί από
όποια βέβαιη τοποθέτηση, εάν τα δεδομένα την καθιστούν άκυρη.
Ο Metzinger θεωρεί
πως αυτή η ειλικρίνεια προς τον εαυτό μας πρέπει να καλλιεργείται ως
αρετή. Στο μυαλό του έχει μια κοσμική πνευματικότητα, το αντίθετο της
πίστης, που απλώς πιστεύει. Το πιο σημαντικό εργαλείο αυτής της
πνευματικότητας είναι η άσκηση του πνεύματος με τον διαλογισμό. «Εγώ
κάνω τακτικά διαλογισμό εδώ και 36 χρόνια», λέει ο φιλόσοφος Metzinger.
Ο
ίδιος έχει πάει συχνά στην Ινδία. Από αρχαία πνευματικότητα δεν βρήκε
ίχνος: «Αυτό που είδα ήταν χονδροί μοναχοί που πουλούσαν τσάντες και buttons στο Ashram του
δασκάλου τους. Εκεί δεν υπήρχε τίποτα ζωντανό. Στην Ινδία κυριαρχεί
βαθιά δεισιδαιμονία, όπως και στον καθολικισμό της βαυαρικής επαρχίας.»
Και στην Ινδία του 19ου αιώνα, την εποχή του Swami Vivekananda, λίγα πράγματα ταίριαζαν στο ανώτερο πνευματικό ιδεώδες.
Ούτε καν η γιόγκα είναι αληθινή. Μια πανάρχαια καλλιέργεια του σώματος; Απλά ένας μύθος. Ο Βρετανός θρησκειολόγος Mark Singleton τον διέλυσε. Στο βιβλίο του «Yoga Body» αποδεικνύει: η γυμναστική γιόγκα, όπως την ξέρουμε δεν είναι ούτε 100 χρονών.
Στα κλασσικά γραπτά των Ινδουιστών -Ουπανισάδες και Bhagavadgita-
σχεδόν δεν γίνεται λόγος περί γιόγκα. Και όταν γίνεται λόγος, τότε το
κείμενο αναφέρεται στην πνευματική τελείωση και τον διαλογισμό. Οι
σωματικές ασκήσεις, όποτε γίνεται αναφορά σε αυτές, εξυπηρετούν τον
έλεγχο της αναπνοής, και την υψηλή τέχνη της συγκέντρωσης.
Ο γιόγκι έχει σκοπό να αυτοσυγκεντρωθεί, όχι να δεθεί κόμπο.
Σωτηρία χωρίς σωτήρα γ
Του Manfred Dworschak, Spiegel Nr.31, 29.7.13
Ακόμα και στις αρχές του 20ου αιώνα, οι Ινδοί δεν γνώριζαν καμιά από τις άπειρες φιγούρες, «Asanas»,
οι οποίες διδάσκονται σήμερα στα γυμναστήρια και σεμινάρια: όπως για
παράδειγμα την «κόμπρα», «τον σκύλο που κοιτάζει προς τα κάτω», την
«χελώνα που στέκεται». Ακόμα και ο Vivekananda,
ο ιδρυτής της μοντέρνας γιόγκα, ήταν αυστηρώς αντίθετος προς κάθε τι
που είχε να κάνει με γυμναστική. Η πνευματικότητα που προωθούσε ήταν ένα
πνευματικό πρόγραμμα.
Οι Ινδοί ανακάλυψαν την γυμναστική, όταν σωματολάτρες παλαιστές τους είχαν κάνει επίδειξη, όπως για παράδειγμα ο Eugen Sandow, από την ανατολική Πρωσία, που είναι και ο ιδρυτής του bodybuilding. Ο ινδολόγος Axel Michaels τον ονομάζει «Schwarzenegger του 19ου αιώνα».
Ο Sandow είχε
καταστήσει το καλογυμνασμένο σώμα του θέαμα σχεδόν θρησκευτικού
επιπέδου: καλυμμένος με άσπρη πούδρα ή χάλκινο χρώμα, πόζαρε σαν άγαλμα
στις σκηνές σε όλον τον κόσμο. Έκανε περιοδείες στην Αγγλία και στις
ΗΠΑ. Πουλούσε όργανα γυμναστικής και βιβλία με συμβουλές, εξέδιδε ένα
περιοδικό και είχε ανοίξει αλυσίδα fitness-studio. Σε αυτά διδάσκονταν η καλλιέργεια του σώματος όπως την αντιλαμβανόταν ο Sandow.
Το
1905, ο όμορφος μυώδης άνδρας πήγε στην Ινδία-και εδώ είχε ενθουσιαστεί
το κοινό: αυτός ο γιόγκι από την Δύση ήταν πιο όμορφος από τους
περιθωριακούς ασκητές της γειτονιάς. Μετά από λίγο, είχαν αρχίσει πολλοί
Ινδοί να τον μιμούνται. Είχε γίνει πια της μόδας η διαμόρφωση του
σώματος όπως την καταλάβαινε ο Sandow.
Ένας Σουηδός ποιητής ανήκει επίσης στην απίθανη αυτή σειρά των προγόνων της γιόγκα: ο Pehr Henrik Link, πρωτοπόρος του μασάζ και της ιαματικής δύναμης της γυμναστικής. Η διδασκαλία του Link είχε
εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη. Ένας λόγος ήταν επειδή δεν περιλάμβανε
όργανα γυμναστικής. Οι Βρετανοί είχαν μάλιστα εισάγει την «σουηδική
γυμναστική» στα σχολεία και στον στρατό. Οι ιδέες κατέληξαν μέσω αυτού
του δρόμου στην Ινδία.
Για την πρακτική εξάπλωση των ιδεών αυτών φρόντισε η Χριστιανική Ένωση Νέων(YMCA).
Αυτός ο σύλλογος ήταν παρών σε όλη την Ινδία. Στην αποστολή του
περιλαμβανόταν και η σωματική διαπαιδαγώγηση των κατοίκων της
αποικίας-οι οποίοι δεν εκτιμούσαν και πολύ την αχρείαστη σωματική
κούραση. Για τον λόγο αυτόν, οι απόστολοι του fitness από την YMCA, βασιζόμενοι σε γνωστές στάσεις της γιόγκα, επινόησαν νέα Asanas.
Ο ινδολόγος Michaels λέει
πως μέχρι εκείνη την στιγμή, στην Ινδία δεν υπήρχε γιόγκα ως
γυμναστική. Στην Δύση υπήρχε όμως μια μακρά παράδοση στην σωματική
άσκηση, όπως την είχε ιδρύσει ο Friedrich Ludwig Jahn. Στα πλαίσια της βιομηχανικής επανάστασης, από αυτό το σύστημα είχε προκύψει ολόκληρη λατρεία του σώματος.
Ο «πατέρας της γυμναστικής» Jahn,
είχε συμβάλει στην κατασκευή της γιόγκα, έτσι όπως διδάσκεται στα
άπειρα γυμναστήρια σήμερα, περισσότερο από κάθε Ασιάτη ασκητή. Η Ινδία
πρόσφερε το επισφράγισμα: μόνο στην υποτιθέμενη μητέρα πατρίδα της
πνευματικότητας μπορούσε να εξευγενισθεί η βαρετή γυμναστική, και να
γίνει ένα πνευματοφόρο μυστήριο.
Η
Δύση επομένως είχε επιδράσει σε όλα τα επίπεδα στην πνευματικότητα της
Ανατολής: ως προμηθεύτρια προτύπων, ως εξευγενίστρια του προϊόντος-και
ως πελάτης του εαυτού της.
Ήταν σαν πινγκ πονγκ. Η Ινδία από την μεριά της είχε διαμορφώσει την σκέψη της Δύσης σε εκπληκτικό βαθμό. Η ιδέα του Swami Vivekananda,
περί μιας ειρηνικής Ανατολής, πέρα για πέρα πνευματικής, ως ενός κόσμου
αντίβαρο στον δυτικό κόσμο, είχε καταστεί μια πραγματική δύναμη κατά
την μοντέρνα εποχή. Είχε μάλιστα εισχωρήσει στα εσώτατα μέρη της
φαντασίας: στις ζωγραφιές της, στην τέχνη της.
Ο ζωγράφος Wassily Kandinsky θεωρούσε
τον εαυτό του πρωτοπόρο μιας νέας πνευματικότητας. Στο διάσημο υπόμνημα
του «Περί του πνευματικού στην τέχνη», που εμφανίστηκε το 1911, είχε
πρακτικά αποχαιρετήσει τον εδώ κόσμο. Οι συνάδελφοι του Kasimir Malewitsch και Piet Mondrian τον
είχαν ακολουθήσει. Ζωγράφιζαν εναντίον του υλισμού, της ειδωλοποίησης
των πραγμάτων, του κόσμου των αντικειμένων. Η τέχνη είχε αποστραφεί την
αντικειμενικότητα, και είχε καταστεί κενή και αφηρημένη: ένας οπτικός
διαλογισμός περί αξίας των χρωμάτων και μορφών.
Η μοντέρνα τέχνη είναι αδιανόητη χωρίς τον Vivekananda, λέει ο van der Veer. Αυτή είναι άλλη μια απόδειξη για την ανεπανάληπτη επιτυχία μιας ιδέας.
Η
επίδραση της νέας πνευματικότητας παρουσίαζε ένα διχασμό. «Οι κανονικοί
άνθρωποι δεν αντιλήφθηκαν κάτι. Είχαν μείνει με τους θεούς τους», λέει
ο van der Veer. Η μορφωμένη μεσαία τάξη όμως, είχε πάρει χαμπάρι πως οι διδασκαλίες του Vivekananda είχαν
κατακτήσει τον κόσμο. «Έλεγαν στον εαυτό τους: εάν η πλούσια Δύση είναι
ενθουσιασμένη με την ινδική πνευματικότητα, τότε εμείς μπορούμε να
είμαστε περήφανοι γι’ αυτό.»
Και έτσι ανακάλυψαν οι Ινδοί την υποτιθέμενη πανάρχαια παράδοση τους-ως επανεισαγωγή από την Δύση.
Οι άνθρωποι στην Ινδία ακόμα νομίζουν πως κατέχουν μια μοναδική κληρονομιά. Ο van der Veer βρήκε αυτή την εθνική υπερηφάνεια ακόμα και στην hightech - μητρόπολη Bangalore:
«οι προγραμματιστές υπολογιστών που εργάζονται εκεί, θεωρούν την ινδική
πνευματικότητα ως προνόμιο. Το ίδιο ισχύει και για το επάγγελμα τους.
Πιστεύουν για παράδειγμα πως έχουν ένα πλεονέκτημα στο πεδίο ανάπτυξης
της τεχνητής νοημοσύνης».
Η παραδεδομένη ινδουιστική θρησκεία, δεν παίζει βέβαια κανένα ρόλο στην καθημερινότητα της μεσαίας αστικής τάξη στην Bangalore. Αυτό οι Ινδοί σήμερα θεωρούν πνευματικό, είναι πολύ νεότερο-και αμερικάνικης προέλευσης.
Κατά
τις δεκαετίες ’70 και ’80, πήγαν πολλοί Ινδοί στις ΗΠΑ, όπου εργάζονται
ως γιατροί ή μηχανολόγοι. Στην νέα πατρίδα όμως είχε μόλις ξεκινήσει η «New Age». Οι έκπληκτοι μετανάστες είχαν βρεθεί εν μέσω γκουρού που έκαναν καριέρα, πνευματιστών-θεραπευτών, πωλητών αρωματικών sticks.
Οι πελάτες όλων αυτών ήταν ενθουσιασμένοι με την Ινδία. Οι Αμερικανοί
είχαν προφανώς εφεύρει την ινδική πνευματικότητα εκ νέου: ένα μείγμα
από wellness, αυτο-βελτιστοποίηση και πότε πότε καμιά τζούρα.
Η ιδέα την πνευματικότητας δεν αποτελεί πια, εδώ και καιρό, τον αντίθετο πόλο προς την άκαμπτη κρατική θρησκεία, λέει ο van der Veer. Το επαναστατικό της πνεύμα εξαντλήθηκε. Έμεινε μια ετικέτα, που μας πουλά ανώτερο νόημα. Ο van der Veer λέει πως σήμερα στην Ινδία, ακόμα και ένα απλό έργο τέχνης το παρουσιάζουν ως κάτι το πνευματικό, με σκοπό να το πουλήσουν.
Στην Δύση ζει ένας ανθηρός τομέας στην αγορά του βιβλίου, που αστράφτει ανατολίτικη πνευματικότητα: «Yoga Tools για Super-Manager» ή «Η γιόγκα πολεμίστρια: Power για σώμα και ψυχή». Υπάρχει επίσης «Quick-Yoga σε πέντε λεπτά», γιόγκα για το άλογο και τον καβαλάρη, και ειδική γιόγκα για τον σκύλο.
Μοντέρνες επιχειρήσεις στέλνουν τους υπαλλήλους τους, με σκοπό την πνευματική τους βελτίωση, να κάνουν Business-Yoga. Ακόμα και η απολύτως νηφάλια επιχείρηση αναζήτησης, η Google,
που πιστεύει μόνο στην δύναμη των πληροφοριών, τολμά να μπει στον δρόμο
της εσωτερικότητας. Η επιχείρηση προσφέρει στους υπαλλήλους της ένα
σεμινάριο στον διαλογισμό που ενισχύει την συνειδητότητα. Είναι ένα από
τα πιο αγαπημένα σεμινάρια για τους υπαλλήλους.
Το σεμινάριο έχει ένα όνομα που ταιριάζει στον σκοπό της επιχείρησης: «Αναζήτησε τον εαυτό σου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου