Ἡ ἀποψεύδισις τοῦ ὄντος καί ἡ ἀναζήτησις τῆς εὐδαιμονίας.
Καθὼς λοιπὸν ἡ Εὐρώπη καθημερινῶς σύρεται ἑκοῦσα-ἄκουσα εἰς κατάστασιν πλέον καὶ ἀνοικτοῦ ἐναντίον της φυλετικοῦ πολέμου, μὲ τὸ σύνολον τῶν κατεστημένων δυνάμεων καὶ ἐξουσιῶν («Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωσις», πολιτικοί, Πανεπιστήμια καὶ σχολεῖα, ΜΜΕ-δημοσιογράφοι, «διανόησις» καὶ συναφὴς νομενκλατούρα, ἐκκλησίαι κ.ο.κ.) νὰ εἶναι ὁλοψύχως καὶ ἀπροκαλύπτως στρατευμέναι εἰς τὴν πλευρὰν τῶν Ἐχθρῶν μας, ἐφησυχάζοντας καὶ παραπλανώντας αἰσχρῶς, ἐν ὅσῳ ἐν ταὐτῷ ἐξακολουθοῦν νὰ παριστάνουν ἡγεσίας τοῦ ἔτι μακαρίως ὑπνώττοντος καὶ ὀνειροβατοῦντος Ἀρίου εὐρωπαίου, ἡ (ἐξόχως κατεπείγουσα!) ἀφύπνισις τοῦ τελευταίου δυσχεραίνεται, ἀκόμη καὶ ὑπὸ τὸ ὁσημέραι ῥαγδαίως ἐπιδεινούμενον βάρος τῆς ἀκατασχέτου πλέον φοβερᾶς «πολυπολιτισμικῆς» πραγματικότητος, οὐ μόνον δ᾿ ἐκ τῆς προϊούσης του ψυχονοητικῆς ἀλλοιώσεως, συσκοτίσεως, συγχύσεως, κατακερματισμοῦ καὶ ἐπιβαρύνσεως μὲ πλεῖστα ἰδεοληπτικὰ λύματα καὶ ἀπορρίμματα, προλαμβάνοντα τὴν ἔστω καὶ στοιχειωδῶς ἐλευθέραν του λειτουργίαν, νόησιν, ἔκφρασιν, δρᾶσιν – ἀλλ᾿ εἰδικώτερον ἐξ ἑνὸς συγκεκριμένου του ἐπικτήτου νοσηροῦ γνωρίσματος:
Ἤτοι τοῦ νοσηροῦ του, σεληνιακῆς ὑφῆς, ἐγωπαθοῦς ἀτομισμοῦ, καθὼς ἔχει ἀποκόψει τὸν ὀργανικὸν καὶ ψυχικόν του φυσικὸν δεσμὸν πρὸς τὴν ἐθνοφυλετικὴν Κοινότητα. Ὁ ὁρίζων τοῦ οὕτω κατακερματισμένου ἀτόμου συρρικνοῦται εἰς ἕνα πομφολυγῶδες «ἐδῶ καὶ τώρα» τῆς κάθε κατωτέρας μορφῆς ἱκανοποιήσεως τῆς ἀνεξελέγκτου ἀδηφαγίας καὶ τῆς ἀκορέστου ἡδονολατρείας του, χωρὶς κανένα βάθος καὶ προοπτικήν, εἴτε ὑπὸ ψυχοφυσιολογικὴν εἴτε ὑπὸ μεταφυσικὴν εἴτε ὑπὸ ἱστορικὴν θεώρησιν. Τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ Εἴδους, τῆς Κοινότητος, τῆς Παραδόσεως πλέον ἐξασθενοῦν κρισίμως, ἀπισχναίνονται, ἀτροφοῦν, καθὼς εἰς τὴν θέσιν τοῦ φύσει ἐκβλαστητέου ἐκφύονται παρασιτικῶς βρῦα, σαπρόφυτα, εἰκονικότητες· αἱ δὲ φιλοδοξίαι, ἀποκεκομμέναι ἐκ τῆς ὀργανικῶς ὡρισμένης κοσμικῆς των λειτουργίας, καταντοῦν ἐγωπαθεῖς λοξότητες, μᾶλλον τείνουσαι εἰς ἐκδηλώσεις σοβαρῶν ἐσωτερικῶν ἀνισορροπιῶν καὶ νοσηροτήτων: Τὸ ἀγόρι δὲν ὀνειρεύεται πιὰ νὰ γίνῃ ἥρως ἢ ἄξιος ἀγωνιστὴς τῆς Κοινότητος, τοῦ Ἔθνους, ἀντάξιος τῶν ἀρίστων προγόνων του ἀλλὰ διάσημος ποδοσφαιριστὴς τῆς Barcelona ἢ καί, πολὺ χειρότερον, ἐπὶ σκηνῆς λικνιζόμενος μοντέρνος ἀηδός, ἡ δὲ κορασίς, περιφρονοῦσα τὸν «ἄσημον» ῥόλον τῆς μητρὸς καὶ τῆς γιαγιᾶς της ὡς ἀξίων μητέρων καὶ συντρόφων ἀξίων ἀνδρῶν, ὀνειρεύεται πλέον νὰ καταχειροκροτῆται ὡς «στὰρ» ἐπὶ σκηνῆς, κενὴ μὲν περιεχομένου καὶ ἰδανικῶν ὅμως παραφουσκωμένη μὲ τὴν τόσον πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν της ἐπίζηλον χαρακτηριστικὴν ἐπίχρυσον «γκλαμουριάν», ὡς ἰδεῶδες ἄλλως τε ἀποτελοῦσαν διακριτικὸν γνώρισμα τῶν μοντέρνων δεσποινίδων καὶ δεσποιναρίων παντὸς φύλου καὶ γένους… Κι ἂν ὅμως ἀκόμη δὲν στοχεύῃ τόσον «ὑψηλά», ὅπου τὰ εἰσαγωγικὰ βεβαίως τίθενται διότι τὸ ἀληθὲς ὕψος παραδοσιακῶς χαρακτηρίζει μίαν παντελῶς πρὸς ὅλα τὰ τοιαῦτα φούμαρα ξένην, συγκεκριμένως μίαν κατακόρυφον διάστασιν, πάντως ὁ μοντέρνος ἄνθρωπος ἔχει πλέον στόχους ἀποκεκομμένους ἐκ τῆς Κοινότητος, τῆς Φυλῆς του, τοῦ Κόσμου – κατ᾿ οὐσίαν δ᾿ ἐκ τοῦ ἰδίου του ἑαυτοῦ· στόχους μάλιστα ἐνίοτε συνοψιζομένους ὑπὸ μίαν κατὰ τὴν ἔννοιαν νεολογιστικὴν λέξιν, τῆς ὁποίας τὸ ἀκριβὲς σύγχρονον νόημα εἶναι μόνον προσιτὸν ὑπὸ τὸ πρῖσμα τοῦ ἐσωτερικοῦ κατακερματισμοῦ καὶ ἐρημώσεως ἐποχῶν ἀπολύτου Παρακμῆς: ἀτομικὴ «εὐτυχία»!
Λέξις κατ᾿ οὐσίαν ἀντίθετος τῆς ἀρχαίας ἐννοίας τῆς «εὐδαιμονίας» (εὐ + δαίμων=θεός), περὶ ἧς ὁ Θουκυδίδης γράφει «εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον», ἤτοι τὸ αὐθεντικῶς πηγαῖον, ὡραῖον (:ὥριμον), οἰκεῖον, παντὶ ἐξωγενεῖ τρόπῳ ἀβίαστον, ἄρα ἐγγενῶς τοῦ ἰδίου Εἴδους. Ἀπεναντίας ἡ «εὐτυχία» τῶν συγχρόνων βρίθει τεχνητῶν καὶ ψευδῶν ὑποκαταστάτων κουλτούρας, πλαστικῶν προσποιητῶν συναισθημάτων, ψευδοφωνῶν, ψευδορόλων καὶ ψευδῶν περσονῶν, μετ᾿ ἀνουσίων «ἐπιτυχιῶν» μὴ ἀντιστοιχουσῶν εἰς οἱανδήποτε ἀληθῆ ἐσωτερικὴν μάχην καὶ νίκην: Μία «εὐτυχία» ἐξ ὑπαρχῆς ἀποτελοῦσα ἀπατηλὴν εἰκονικότητα, μίαν ἀπαστράπτουσαν αὐταπάτην, ἄνευ μὲν ἐσωτερικῶν ἐρεισμάτων, ἐπιζητοῦσαν ὅμως ἀντ᾿ ἐκείνων ἐξωτερικὰ στηρίγματα καὶ «δεκανίκια» εἰς τὴν ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀνάκλασιν τῆς ψευδοῦς φαινομενικῆς ἐκλαμπρότητος, ὡς ἀνακυκλουμένου ἀνουσίου ψυχροῦ ἀντικατοπτρισμοῦ, ἡ μόνη («δῆθεν», πάντοτε) «δικαίωσις» τοῦ ὁποίου εἶναι δυνατὴ ἀκριβῶς εἰς τὴν ἔξωθεν ἐπιβεβαίωσιν, διὰ τοῦ ποσοτικοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἀντανακλάσεων καὶ τῆς συναφοῦς βομβώδους συρροῆς τῶν «μυιῶν τῆς πλατείας» τοῦ Ζαρατούστρα… Πλέον δὲν ἐπιζητοῦνται οὔτε κἂν ἀναγνωρίζονται αἱ ποιότητες τοῦ ἀρίστου ἀλλ᾿ ἐξιδανικεύεται ἡ ματαιόδοξος θηλυκὴ κουφότης καὶ ἔξωθεν αὐτοταυτοποίησις τοῦ πλήθους – πλήθους κατὰ τὸ τελικόν του, μάλιστα, πεζοδρομιακὸν κατάντημα, ἀναδεικνυομένης πλέον τῆς πλήρους ἐσωτερικῆς δῃώσεως κι ἐρημώσεως τῆς Δημοκρατίας εἰς ἀδηφάγον πλαίσιον, ὅπου τὰ πάντα περικλείονται κι ἐντὸς ταύτης ἀναποδράστως ἐκτυλίσσονται, χωρὶς δυνατότητα διαφυγῆς ἐκ τοῦ πανισχύρου βαρυτικοῦ πεδίου τοσαύτης μαζικῆς ἐντροπιακῆς καθιζήσεως – συμπεριλαμβανομένων μάλιστα καὶ τῶν πλείστων τῶν ἐπικαλουμένων ἀντιδημοκρατικὰ ἢ καὶ ἀριστοκρατικὰ ἰδεώδη, ἐφ᾿ ὅσον πάντως καὶ οὗτοι ἐκφύονται κατὰ τὴν αὐτὴν ἐσωτερικὴν ἀνουσιότητα, προβαίνοντες ἐκκέντρως καὶ ἄνευ πραγματικῆς ἀντιστοίχου οὐσίας.
Ἐδῶ πλέον ἰσχύει τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετον τοῦ θυμοσόφου ῥητοῦ «ὅ,τι γυαλίζει δὲν εἶναι καὶ χρυσάφι», καθὼς πλέον τὸ ζητούμενον καθόλου δὲν εἶναί τι ἀντιστοιχοῦν εἰς αὐθεντικὸν χρυσόν, ὅπως αὐτὸς ἐπὶ παραδείγματι συμβολικῶς ἀντιστοιχεῖ (ὡς σύμβολον κεντρικῆς ἡλιακότητος) εἰς ψυχοφυσιολογικὴν μετουσίωσιν καὶ ἀνωτέραν πνευματικότητα κατὰ τὴν ἀλχημικὴν παράδοσιν ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν παραδοσιακὴν ποιοτικὴν διαβάθμισιν τῶν διαδοχικῶν μεγάλων Ἐποχῶν, ἐκπεφρασμένων τόσον κατὰ τὴν ἀρχαϊκὴν παράδοσιν τῶν Ἰνδοαρίων ὅσον καὶ παρὰ τοῖς ἀρχαίοις Ἕλλησι (Ἡσίοδος, Πλάτων), ἀλλὰ διώκεται (δηλ. ζητεῖται) μᾶλλον ἡ «γυαλάδα» καθ᾿ ἑαυτή, καθὼς ἡ Σκοτεινὴ Ἐποχή μας τὴν καθιστᾷ λατρευτικὸν εἴδωλον ἐν μιᾷ θλιβερᾷ καθολικῇ σεληνιακῇ ὑποκουλτούρᾳ τῆς ἀντανακλαστικότητος, τοῦ φαίνεσθαι, τῆς προσμετρήσεως «ἀξίας» διὰ τῶν ἀγελαίων «likes» τοῦ facebook ἢ ἀντιστοίχων ἀγελαίων ἀναδείξεων, ὅπου ἡ πλήρης ἀποσάχλωσις τοῦ νεογραικύλου αἴφνης ἀναισχύντως διεκδικεῖ θετικὸν πρόσημον καὶ πρωτοκαθεδρίαν ἀντὶ ἁπλῶς νὰ στριμώχνεται εἰς τὰ παρασκήνια, ὁ δὲ κάθε ἡμίβλαξ δοκησίσοφος καθίσταται πλέον «προσωπικότης», ἐξ ἴσου εἰκονικὴ συνήθως κατ᾿ οὐσίαν εἴτε πρόκειται περὶ ἐπωνύμων «(δι)ασημοτήτων» εἴτε περὶ διαδικτυακῶν «περσονῶν»: Ἀφοῦ ἀκόμη καὶ αἱ ἐπώνυμοι (δι)άσημοι προσωπικότητες συνηθέστατα στεροῦνται πάσης οὐσίας, ἐπικαλύπτουσαι τὸ κενὸν ἢ καὶ τὴν ἄμεσον ἐσωτερικήν των (συχνότατα καὶ ἐξωτερικῶς ὁρατήν…) ἀποκρουστικότητα διὰ μιᾶς εἰκονικῆς, πάλιν, προβολῆς ἐφ᾿ ἑαυτῶν δίκην κελύφων τίτλων, ἰδεολογημάτων καὶ ὀνομάτων ποὺ κάποτε μὲν εἶχον ἀληθῆ ἀξίαν, ἐπ᾿ αὐτῶν ἐκείνων ὅμως προβαλλόμενα μεταλλάσσονται, ἔστω καὶ ἀνεπαισθήτως (:πρᾶγμα … «οὐσιῶδες» διὰ τὴν «εὔρυθμον» λειτουργίαν τῆς δημοκρατικῆς ἀνωμαλίας καὶ ἀνουσιότητος!) διὰ τοὺς πλαστικοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς ἀγέλης, εἰς κενὰ κελύφη ἢ καὶ εἰς τὰ ἀντίθετά των ἀκόμη, διὰ τῆς σηπτικῆς των μεταλλοιώσεως!
Ἡ γλῶσσα κάθε ἐποχῆς ἀντικατοπτρίζει καὶ τὴν ὑπαρξιακὴν στάθμην της· ἡ ἔννοια λοιπὸν τῆς ἐν λόγῳ «εὐτυχίας», ὡς ἐξόχως ἀντανακλαστική, σεληνιακή, εἶναι φύσει θηλυκή, ἐκφράζεται συνεπῶς ἄριστα ὑπὸ τῆς συγχρόνου γυναικείας γλώσσης. Ἐν σχέσει πρὸς τοῦτο εἶναι ἀποκαλυπτικὴ ἡ συνήθης φρασεολογία γυναικῶν, ποὺ θέλουν νὰ ἐρωτήσουν φίλας των – τὶ ἄλλο; Φυσικὰ ἐὰν εἶναι εὐτυχισμένες – ὅμως ὄχι, τὸ κόβουν ἀκόμη πιὸ λιανά, καθὼς συνηθίζουν νὰ ἐρωτοῦν: «Περνᾷς καλά;» ΟΧΙ πλέον «εἶσαι καλά;» – ποιὸς δίνει πιὰ δεκάρα γιὰ τὸ εἶναι!
Εἰκὼν ἀρίστη τῆς ἀντιθέσεως τῆς παραδοσιακῆς ἀρίας γυναικὸς πρὸς τὰ μοντέρνα ξεπλυμένα ἀντίγραφά των λαμβάνεται δίκην ἀκτινογραφημάτων διὰ συγκρίσεως τῶν ἀντιστοίχων τύπων ὅταν τραγουδοῦν: Ἡ τοιαύτη δὲ σύγκρισις εἶναι τόσον συντριπτική, ὥστε ἡ λέξις «τραγῳδία» δὲν ἐπαρκεῖ διὰ νὰ χαρακτηρίσῃ τὴν διαφαινομένην καὶ ἐντὸς ἱστορικῶς ἐλαχίστου χρόνου ἐπισυμβᾶσαν ὁλικὴν κατακρήμνισιν τοῦ ὄντος. Ἐνθυμοῦμαι ἐκ τοῦ οἰκείου μου περιβάλλοντος τὴν γιαγιὰν Κώσταιναν, ἐπὶ παραδείγματι – μίαν ἀρχετυπικὴν μορφὴν Τζαβέλλαινας ἥτις, χηρεύσασα νεωτάτη κατὰ τὸν συμμοριτοπόλεμον, ἠγωνίζετο πασχίζουσα ν᾿ ἀναθρέψῃ τὰ τρία τέκνα της εἰς πτωχὸν χωρίον ἐπὶ μιᾶς ἀποτόμου κλιτύος τῶν νοτιοανατολικῶν Ἀγράφων… Ἡ ματιά της ἀντεκατόπτριζε τὰς ποιότητας ἐκείνας καὶ τὸν τύπον Ἑλληνίδος, τὸν ὁποῖον ἡ λαϊκή μας παράδοσις συνώψισε διὰ τοῦ ὅρου «γερακίνα», τὸ δὲ τραγούδισμά της ἀντιστοίχως ἀπήχει γνησίως καὶ αὐθεντικῶς τὰ βάθη αἰώνων καὶ γενεῶν ἀπροσμετρήτων, ἐπὶ τῶν ὁποίων ὡς δένδρον φυσικὸν καὶ φύσει ἀνωτρόπον, ὅπως περιέγραψε καὶ ὁ θεῖος Πλάτων (φυτὰ οὐράνια), ἡ ἀρχετυπικὴ ἐκείνη Κώσταινα ἐξεβλάστησε κι ἐκαρποφόρησε! Ἀκούω ἐνίοτε ἀκόμη καὶ συγχρόνους δημοτικὰς χορῳδίας κορασίδων – ὅμως σχεδὸν πάντοτε κάθε σύγκρισις πρὸς παραδοσιακὰς γυναῖκας προηγουμένων γενεῶν εἶναι τοὐλάχιστον ὀδυνηρά! Εἶναι δὲ ὄχι ἡ ἐλλιπὴς μουσικοτεχνική των ὠδικὴ κατάρτισις τὸ μειονέκτημα – ὄχι, εἶναι κάτι ἀπείρως βαθύτερον καὶ οὐσιαστικώτερον: Εἶναι ἡ ἀποψεύδισις τοῦ ὄντος ποὺ ἀποψευδίζει καὶ τὰς φωνὰς καὶ τὰς ψυχὰς καὶ τὸν βίον τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου!
Ἂν δὲ ἔλθωμεν εἰς τοὺς ἄνδρας, ἐκεῖ ἡ σύγκρισις εἶναι πολὺ ὀδυνηρωτέρα…
Ὅμως αἱ ῥίζαι τοῦ καταντήματος τούτου δὲν εἶναι καθόλου πρόσφατοι! Ἤδη κατὰ τὸ μεταφυσικὸν ἐπίπεδον, ἔνθαπερ καὶ τὸ πλαίσιον ἀναφορᾶς τῆς «εὐδαιμονίας» τῶν ἀρχαίων, ἐπισυνέβη ὁ πλέον βάρβαρος ἐκχυδαϊσμὸς καὶ τῆς «εὐδαιμονίας» ἀλλὰ καὶ τῆς «μεταφυσικῆς» γενικώτερον διὰ τῆς διεισδύσεως χυδαίων χονδροειδῶν ὑποκαταστάτων της.
Ἤτοι, διὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ ὄχι ἁπλῶς ἀνῃρέθη τὸ κοσμικὸν καὶ ἐσωτερικὸν βάθρον τῆς ἀληθοῦς εὐδαιμονίας ὡς ἐλευθερίας, αὐτοαναμνήσεως, αὐτοπραγματώσεως μετ᾿ οὐσιαστικοῦ, ἁπτοῦ ὑποβάθρου καὶ μετὰ φυλετικῶς καθωρισμένου ὀλυμπίου προσήμου, ἀλλ᾿ ἐξετοπίσθη ὑπὸ μιᾶς τῷ Κόσμῳ ῥιζικῶς ἐχθρικῆς «μεταφυσικῆς» μικρότητος καὶ ποταπῆς ἰδιοτελείας ἐπεκτεινομένης ἐπ᾿ ἄπειρον, δυνάμει τῆς φοβερᾶς ἐκδικητικῆς παντοδυναμίας τοῦ ἐξωκόσμου καὶ ἀντικόσμου αὐθέντου Ἰαχβέ, ὅστις ἀκριβῶς πρόκειται ν᾿ ἀνταμείψῃ διὰ τῆς μικρᾶς-μικρᾶς καὶ καταπτύστου καθὼς καὶ ἡ ψυχή του, ὅπως ἔλεγεν ὁ Καρυωτάκης, «εὐτυχίας» τοῦ ἀγελαίου «καλοῦ προβάτου», ποὺ πλέον τίθεται ὡς ψευδομεταφυσικὴ προοπτική: Καὶ ἀφοῦ «οἱ ἔσχατοι ἔσονται πρῶτοι», ὁ κατὰ τῶν ἰσχυρῶν καὶ τῶν μὴ πτωχῶν τῷ πνεύματι «ἱερὸς» ἰουδαιομπολσεβικικὸς ἀρχέγονος φθόνος τῶν προλεταρίων μεταλλάσσεται εἰς «εὐσεβῆ» προσδοκίαν χθαμαλῆς ἀτομικῆς ἀνταμοιβῆς – καὶ οὕτω καθ᾿ ἑξῆς, ἂς μὴ ἐπεκτείνω ἐδῶ τὴν ἀνάλυσιν. Ἂς μὴ σπεύσουν κάποιοι «θεολογίζοντες» ν᾿ ἀντιτάξουν πὼς ὑπάρχει βαθυτέρα οὐσία καὶ ἀνώτερον περιεχόμενον: Γνωρίζω καλῶς ὅτι ἐπίσης ὑπάρχει, ὑπάρχει ὅμως ὡς δανεικὸν χρυσοποίκιλμα ἀρίας ὀντολογίας ἐπὶ ἑνὸς χονδροειδοῦς πρωτοσημιτικοῦ καμβᾶ!
Ὁ ἐκτροχιασμὸς εἶχε μὲν ἀρχίσει ἐνωρίτερον, πρὸ τῆς ὑπὸ τοῦ Χριστιανισμοῦ βιαίας διαβρωτικῆς ἐπιθέσεως τῆς ταφόπλακας, συνεπείᾳ ἐπιμειξιῶν καὶ ἐντροπιακῆς ἐνελίξεως, οὐχ ἧσσον δὲ καὶ τῆς δημοκρατικῆς φρενοβλαβείας – τὴν ὁποίαν ΟΥΔΕΙΣ τῶν ἀρχαίων στοχαστῶν καὶ φιλοσόφων ὑπεστήριξε – ὅμως διὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ ἡ βλάβη ἔλαβε χαρακτῆρα ῥιζικὸν καὶ ἀνεπίστρεπτον, δυνάμει τῆς ἐπακολουθησάσης τρομοκρατίας καὶ τῶν ἀπηνῶν διωγμῶν τῶν Χριστιανῶν – γενικὴ ὑποκειμενική ἐδῶ νοητέα, ὄχι ἀντικειμενική!!! Οἱ Χριστιανοὶ ἐξαπέλυσαν τοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν Ἐθνικῶν/Ἑλλήνων, δὲν τοὺς ὑπέστησαν (δυστυχῶς!!!), καθὼς ἐπὶ αἰῶνας τώρα μινυρίζονται, πιστοὶ εἰς τὴν ἰουδαϊκήν των παρακαταθήκην ἐλεεινότητος! (ἐνδεικτικῶς βλ. π.χ. http://parganews.com/%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AE%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%BF-%CE%B2%CF%85%CE%B6%CE%AC%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CE%B9/).
Ἡ κατολίσθησις βεβαίως ἐξηκολούθησεν ἀκάθεκτος. Ἀπὸ τῆς θεανθρώπου βασιλείας τῶν μυθικῶν ἀρχαϊκῶν βασιλέων καὶ τῶν ἱερῶν τους βασιλείων-κρατῶν, κατήντησεν ἡ πνευματικῶς ἀδιαπέραστος ὀρθολογικὴ προτεσταντικὴ χρησιμοθηρία εἰς νομικὰ κατασκευάσματα ὅπως τοῦ “κοινωνικοῦ συμβολαίου” τοῦ Ρουσώ, ὑποβαθμίσαντος τὸ ἱερὸν Κράτος εἰς ξηρὰν ὠφελιμιστικότητα, ἀμοιβαίως ὠφέλιμον συμβόλαιον χωρὶς καμμίαν οὐσίαν, καμμίαν εὐρυτέραν ἱστορικήν, πνευματικήν, εὐγονικὴν κ.λπ. ἀνησυχίαν ἢ ἔγνοιαν, βολικώτατα διὰ τὸν τότε ἀναδυόμενον ἐξητομισμένον καὶ ὑλιστικῶς ἐγωπαθῆ ἀστόν, ἀφοῦ ἄλλως τε τοιαῦται ὑπερατομικαὶ μέριμναι κατ᾿ ἀρχὴν δὲν ἐγγίζουν τὸν μαλθακὸν ἀστὸν καλοπερασάκια ἀλλ᾿, ἀπεναντίας, θὰ ἠπείλουν τὰς σιελορὸζ ἀμερίμνους (φαινομενικῶς καὶ ὑποκριτικῶς!) πομφόλυγας τῆς “εὐτυχίας” του!
Ἔτσι καὶ σήμερον, ἐνῷ ἀκριβῶς ἐκ θεμελίων ἀπειλοῦνται αἱ εὐρωπαϊκαὶ Πατρίδες καὶ αὐτὸ τοῦτο τὸ εἶδος τοῦ λευκοῦ ἀνθρώπου, ἐντὸς μάλιστα τῆς ἰδίας του κοιτίδος, κυρία μέριμνα καὶ ἐπιδίωξις τοῦ συγχρόνου ψυχονοητικῶς ηὐνουχισμένου ἀνάνδρου πολίτου τῶν θνησιγενῶν καὶ προδοτικῶν δημοκρατικῶν καθεστώτων εἶναι τὸ πῶς νὰ «κλειστοῦν στὸ καβοῦκί τους» καί … «νὰ περνοῦν καλά»!!!
Ἐξ αὐτῆς τῆς στάθμης καὶ καταστάσεως τῆς ἐλλιποβαροῦς καὶ ἀδιαφανοῦς θλιβερᾶς ὀντότητος εἰς τὴν ὁποίαν ὁ μοντέρνος ἄνθρωπος κατήντησε προκύπτει καί, εἰδικώτερον, τὸ γνωστὸν σύμπτωμα τῆς ἐπιλεκτικῆς ὁράσεως καὶ τοῦ στρουθοκαμηλισμοῦ του. Καθὼς δὲ ὑποσυνειδήτως ὁ σύγχρονος μικρανθρωπᾶκος ὁπωσδήποτε διαισθάνεται αὐτὸ ποὺ ἐπ᾿ οὐδενὶ δὲν θὰ εἶχέν ποτε τὸ θάρρος νὰ παραδεχθῇ, ὅτι δηλαδὴ (σχεδόν…) μονίμως κινεῖται ἐπὶ πλανερᾶς κρούστας αὐταπατῶν, δυνάμει καὶ μιᾶς κατὰ τὸ δυνατὸν θερμοκηπιακοῦ τύπου ἀπομονώσεως ἐκ τῆς περικλειούσης πραγματικότητος καὶ τῆς ὑποκειμένης ἀληθείας, ὅποιος καὶ ὅ,τι τοῦ ὑποδεικνύει κάτι πρὸς τὴν κατεύθυνσιν ἐκείνων τῶν ἀληθειῶν, ποὺ τόσον ἐπιμελῶς παραβλέπει, ἀπειλεῖ ὄχι μόνον τὴν «εὐτυχίαν» του – ἀλλὰ καὶ τὴν ὑποκριτικήν του (καὶ διὰ τὴν κούφιαν του τεχνητὴν αὐτοεκτίμησιν τόσον οὐσιώδη) ἀνθρωπιστικὴν ἢ καθολικὴν ἢ πουριτανοκαλβινικὴν ἢ καὶ νεο-ορθόδοξον “ἁγιότητα”, καταλυτικῶς πρόμαχον καὶ τῆς νῦν τρεχούσης των Προδοσίας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου